Έχει χαρακτηριστεί ως το νούμερο 1 σκάνδαλο διαφθοράς παγκοσμίως. Η δε Αμερικανική Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς (SEC) θεώρησε την υπόθεση των «μαύρων ταμείων της ΖΗΜΕΝΣ», ως την μεγαλύτερη υπόθεση διαφθοράς στην ιστορία των παγκόσμιων αγορών.
Επί της ουσίας, η υπόθεση ξεκίνησε να απασχολεί την ελληνική Δικαιοσύνη τον Δεκέμβριο του 2006 -είχε προηγηθεί μία έρευνα, που ανατέθηκε σε πταισματοδίκη για το ενδεχόμενο δωροδοκίας υπαλλήλων- υπό τη μορφή ενός ολιγοσέλιδου φακέλου με δημοσιεύματα για το «σκάνδαλο δωροδοκιών» με στοιχεία από τις έρευνες στη Γερμανία, που ήταν και το πρώτο υλικό για την προκαταρκτική εξέταση, η οποία ανατέθηκε τότε, στον εισαγγελέα Παναγιώτη Αθανασίου.
Τέσσερα χρόνια μετά, η διερεύνηση της υπόθεσης από τη Δικαιοσύνη βαίνει μετά πολλών εμποδίων προς το τέλος της φάσης συλλογής και αξιολόγησης στοιχείων και τα έως στιγμής δεδομένα και γεγονότα μπορούν να δοθούν με... τρεις αριθμούς:
Το 1, καθώς και για την Ελλάδα, όπως φαίνεται, πρόκειται για το «νούμερο 1 σκάνδαλο» από τη Μεταπολίτευση έως σήμερα.
Το 2, για τους δύο τρόπους, με τους οποίους από τα στοιχεία στοιχεία των ερευνών φαίνεται να χρησιμοποιήθηκαν από τη μητρική εταιρία, προκειμένου να διοχετευθούν χρήματα για δωροδοκίες.
Το 3, για τους κατηγορούμενους στην υπόθεση, που διέφυγαν στο εξωτερικό.
Η έρευνα των τριών Εφετών Ανακριτών περιλαμβάνει -έως στιγμής- τρεις δικογραφίες για την υπόθεση: Αυτή των πυραύλων PATRIOT, τη σύμβαση 8002 του ΟΤΕ και το σύστημα ασφαλείας C4I.
Ο φάκελος των PATRIOT αφορά τη συμφωνία του 1998 για προμήθεια πυραύλων από αμερικανική εταιρία με ανάθεση στη ΖΗΜΕΝΣ υποκατασκευαστικού έργου για τα ηλεκτρονικά συστήματα των όπλων.
Η υπόθεση «8002» αφορά την προγραμματική σύμβαση του ΟΤΕ με τη ΖΗΜΕΝΣ το 1997, για την προμήθεια ψηφιακών παροχών και τις επεκτάσεις της αρχικής, που έγιναν τα επόμενα χρόνια.
Τέλος, η δικογραφία για τα συστήματα ασφαλείας των Ολυμπιακών Αγώνων αφορά τη σύμβαση του 2003 με την αμερικανική εταιρία SAIC για το έργο της κατασκευής εγκατάστασης και λειτουργίας του συστήματος C4I με υπεργολάβο τη ΖΗΜΕΝΣ.
Είναι πολύ πιθανό το επόμενο διάστημα να διαβιβαστούν στους τρεις Εφέτες και άλλες δικογραφίες για σκέλη της υπόθεσης, όπως αυτά που αφορούν συμβάσεις της ΖΗΜΕΝΣ για τον ΟΣΕ, για τα συστήματα ΕΡΜΗΣ, για την ΑΡΜΕΝΤΕΛ, την περίοδο που ανήκε στον ΟΤΕ, καθώς για τις προμήθειες υλικών στον χώρο της Υγείας.
Οι κατηγορίες που έχουν απαγγελθεί για την υπόθεση αφορούν τα αδικήματα της «ενεργητικής και παθητικής δωροδοκίας σε βάρος του Δημοσίου» (ή του ΟΤΕ), «νομιμοποίησης εσόδων από παράνομη δραστηριότητα», «ηθική αυτουργία και άμεση συνέργεια σε δωροδοκία». Για την υπόθεση του C4I έχει απαγγελθεί επιπλέον κατηγορία για «απάτη σε βάρος του Δημοσίου» ενώ πρόσφατα μετά από αίτημα της Εξεταστικής Επιτροπής της Βουλής ασκήθηκε ποινική δίωξη και για το αδίκημα της «συγκρότησης εγκληματικής οργάνωσης».
Ο ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ
Από όλες τις φάσεις της δικαστικής διερεύνησης της υπόθεσης, τόσο από τον Εισαγγελέα Αθανασίου και εν συνεχεία τον Ειδικό Ανακριτή Ζαγοριανό, όσο και από τους Εφέτες Ανακριτές -που ανέλαβαν την υπόθεση τον Σεπτέμβριο του 2009- έχουν συλλεχθεί χιλιάδες στοιχεία.
Οι κατηγορούμενοι στην υπόθεση -ως τώρα- είναι 31. Από αυτούς οι 28 είχαν καταστεί κατηγορούμενοι από τον ανακριτή Ζαγοριανό και οι τρεις, οι Μαντέλης, Τσουγκράνης και Μάρκου, κλήθηκαν από τους Εφέτες μετά την ομολογία τού πρώην υπουργού ότι έλαβε χρήματα από την ΖΗΜΕΝΣ.
Έως στιγμής έχουν υποβληθεί 62 αιτήματα δικαστικής συνδρομής, συμπεριλαμβανομένων και των διευκρινιστικών αιτημάτων.
Οι χώρες από τις οποίες έχουν ζητηθεί στοιχεία για την υπόθεση, είτε αυτά είναι καταθέσεις μαρτύρων και κατηγορουμένων, είτε άνοιγμα λογαριασμών φυσικών και νομικών προσώπων, είτε πληροφορίες για εταιρίες, είναι οι Ελβετία, Γερμανία, Ηνωμένο Βασίλειο, Κύπρος, Ρουμανία, Λιχτενστάιν, Ιταλία, Βέλγιο, Αυστρία (σσ. και προς τις τρεις Εισαγγελίες της χώρας), Μονακό, Λουξεμβούργο, ΗΠΑ, Ουρουγουάη και Αζερμπαϊτζάν.
Στην πλειονότητά τους τα αιτήματα έχουν ικανοποιηθεί ή έχει δρομολογηθεί η ικανοποίησή τους. Δεν έχει υπάρξει απάντηση ως τώρα από το Αζερμπαϊτζάν, προς το οποίο το αίτημα αφορούσε την κατάληξη εμβάσματος σε τράπεζα στο Μπακού, προερχόμενο από τροφοδότη λογαριασμό Ελβετικής τράπεζας με ενδιάμεση στάση στη Ρουμανία. Επίσης, δεν έχει απαντηθεί σχετικά πρόσφατο αίτημα προς τις ΗΠΑ, το οποίο, ωστόσο, εκτιμάται ότι θα ικανοποιηθεί σύντομα από την αμερικανική Δικαιοσύνη.
Η δικαστική συνδρομή προς την Ουρουγουάη αφορά αποκλειστικά τον καταζητούμενο κατηγορούμενο Χρήστο Καραβέλα και περιουσιακά στοιχεία, που έχει στη νοτιοαμερικανική χώρα.
Από το εξωτερικό οι Εφέτες ανακριτές έχουν πλήρη στοιχεία για την κίνηση 127 τραπεζικών λογαριασμών, προσώπων και εταιριών, για τους οποίους ζητήθηκε άρση απορρήτου. Πρόσωπα που εμπλέκονται στην υπόθεση έχουν εντοπιστεί να έχουν περισσότερους από έναν λογαριασμούς, ή εκτός από προσωπικούς να έχουν και λογαριασμούς σε εξωχώριες εταιρίες.
Πρόσφατα, στις χιλιάδες σελίδες της δικογραφίας προστέθηκαν εκατοντάδες σελίδες που αφορούν την κίνηση 40 τραπεζικών λογαριασμών του Καραβέλα, προσωπικών, ή εταιριών του. Όπως μάλιστα ακούγεται στο Εφετείο, ο εξαφανισμένος πρώην οικονομικός διευθυντής της ΖΗΜΕΝΣ έχει καταστεί κατηγορούμενος στην Ουρουγουάη για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομη δραστηριότητα. Δίκην αστείου, δε, κυκλοφορεί ότι για να μην απολογηθεί εκεί επικαλείται την απαγόρευση εξόδου, που του έχει επιβληθεί στην Ελλάδα.
Και εντός της ελληνικής επικράτειας έχουν ανοιχθεί δεκάδες λογαριασμοί, ενώ εκκρεμούν απαντήσεις σε σχετικά αιτήματα των Εφετών από αρκετές τράπεζες. Από έκθεση αξιολόγησης συναλλαγών της Τράπεζας Ελλάδος για 25 πρόσωπα, που ελέγχθηκαν, πολλοί εκ των οποίων είναι κατηγορούμενοι, προέκυψαν στοιχεία για τη διακίνηση τεράστιων χρηματικών ποσών με μεγαλύτερο το ποσό των 43,5 εκατομμυρίων ευρώ, που εντοπίστηκε λογαριασμό κατηγορούμενου, στελέχους της ΖΗΜΕΝΣ.
Σε όλα τα στάδια της δικαστικής διερεύνησης ελήφθησαν 147 μαρτυρικές καταθέσεις, ενώ οι καταθέσεις υπόπτων, κάποιες εκ των οποίων είναι διπλές, ή τριπλές, φθάνουν τις 62. Από τα πρόσωπα αυτά κάποια είναι ήδη κατηγορούμενοι.
Η ΔΙΑΚΙΝΗΣΗ «ΜΑΥΡΟΥ ΧΡΗΜΑΤΟΣ»
Όπως εκτιμάται, οι λεγόμενες «ωφέλιμες πληρωμές» του γερμανικού κολοσσού χωρίζονται από άποψη οργάνωσης σε δύο περιόδους, ή και δύο τρόπους.
Ο πρώτος τρόπος, στην πρώτη «περίοδο της απλότητας», ήταν μέσω ενός τραπεζικού λογαριασμού -όπως ο λογαριασμός στην πόλη Σάλτσμπουργκ της Αυστρίας- που εξυπηρετούσε σχεδόν αποκλειστικά τις επίμαχες πληρωμές τροφοδοτώντας με μαύρα ποσά τα πρόσωπα που θα μοίραζαν το χρήμα. Στη φάση αυτή, οι «διανομείς» του χρήματος άνοιγαν λογαριασμούς με κωδικές ονομασίες. Στην Ελληνική δικογραφία περιλαμβάνονται αυτοί οι λογαριασμοί που φέρουν ονόματα όπως «ΦΡΑΝΖ», «ΜΑΤΙ», «ΡΟΖΟΣ», «Α.ΡΟΚΟΣ», «ΝΙΚΟΣ» και «ΣΑΜΟΣ». Τα χρήματα ενίοτε παραδίδονταν και σε βαλίτσες. Σε κάποιες από αυτές τις περιπτώσεις, τα ποσά που διακινούνταν ήταν εξαιρετικά μεγάλα. Λέγεται πως από τον επίμαχο αυστριακό λογαριασμό πιθανόν διακινήθηκαν προς διάφορες κατευθύνσεις ποσά που υπερβαίνουν τα 100 εκατομμύρια ευρώ. Στο Εφετείο ακούγεται πως κατηγορούμενος στην υπόθεση, ο οποίος συνδέεται και με τον λογαριασμό της Αυστρίας, πρώην στέλεχος της ΖΗΜΕΝΣ, με πολλές εξωχώριες εταιρίες, κατάφερε να «φέρει» πριν λίγα χρόνια στην Ελλάδα 20 εκατομμύρια ευρώ.
Στη δεύτερη φάση η όλη διαδικασία -πιθανότατα και λόγω αλλαγών στη γερμανική νομοθεσία για τις εταιρίες- έγινε πιο δαιδαλώδης. Όπως προκύπτει από καταθέσεις πρώην υψηλόβαθμων στελεχών της μητρικής εταιρίας, που περιλαμβάνονται στην ελληνική δικογραφία, στήθηκε ένας περίπλοκος μηχανισμός με την έκδοση εικονικών τιμολογίων για παροχή υπηρεσιών και τη δημιουργία δεκάδων εξωχώριων εταιρών, ώστε να μπορούν να εκταμιεύονται χρήματα και μέσω διαδρομών με πολλές... στάσεις να καταλήγουν στους προορισμούς τους.
Όταν ξέσπασε το σκάνδαλο στη Γερμανία, η ΖΗΜΕΝΣ είχε κάνει λόγο για υπεξαίρεση σε βάρος της εκ μέρους στελεχών της σε λογαριασμούς των οποίων είχαν εντοπιστεί μεγάλα χρηματικά ποσά. Οι καταθέσεις πολλών από αυτούς έδωσαν τη διάσταση του σκανδάλου εκτεταμένης διαφθοράς στην υπόθεση, καθώς ομολογούσαν πως δεν επρόκειτο για υπεξαίρεση σε βάρος της ΖΗΜΕΝΣ, αλλά για ένα «πολυπλόκαμο και εξεζητημένο σύστημα δωροδοκιών», που είχε στήσει η εταιρία για να λαμβάνει έργα σε πολλές χώρες του κόσμου. Το σχέδιο της εταιρίας υιοθετήθηκε και στην Ελλάδα. Έτσι προέκυψαν οι δύο εταιρίες (PLACID και FAIRWAYS), που οι κατηγορούμενοι επιχειρηματίες ιδρυτές τους ομολόγησαν ότι δημιούργησαν καθ'Α υπόδειξη του Μιχάλη Χριστοφοράκου. Μόνο μέσα σε δύο χρόνια οι δύο εταιρίες, που οι λογαριασμοί τους «πρωταγωνιστούν» ως παραλήπτες και αποστολείς χρημάτων, φαίνεται να έχουν διακινήσει πολλά εκατομμύρια ευρώ. Στην ελληνική δικογραφία περιλαμβάνονται περίπου 30 τέτοιες εταιρίες, είτε ως τελικοί αποδέκτες χρημάτων, είτε ως ενδιάμεσοι σταθμοί. Το πρόβλημα με όλες αυτές τις διαδικασίες για τη διακίνηση παράνομου χρήματος είναι πως σε πάρα πολλές περιπτώσεις οι πραγματικοί παραλήπτες χρημάτων δεν έχουν εντοπιστεί, καθώς από τα δεκάδες σχεδιαγράμματα, που δημιουργήθηκαν, βάσει των στοιχείων προκύπτει μία κυκλική πορεία των χρημάτων και εμφανίζονται χρηματικά ποσά να ξεκινούν και να καταλήγουν στα ίδια πρόσωπα.
ΟΙ ΤΡΕΙΣ «ΑΠΩΛΕΙΕΣ» ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ
Τρεις από τους κορυφαίους της ΖΗΜΕΝΣ ΕΛΛΑΣ έχουν διαφύγει στο εξωτερικό, οι δύο λίγο πριν τις απολογίες τους στον ανακριτή Ζαγοριανό και ο τρίτος σε ανύποπτο χρόνο.
Στις 20 Μαϊου του 2009 ο Μιχάλης Χριστοφοράκος, ο οποίος είχε λάβει προθεσμία για την απολογία του, κατηγορούμενος για δύο κακουργήματα στην υπόθεση της 8002, δεν εμφανίζεται στον ανακριτή Ζαγοριανό, που εκδίδει ένταλμα σύλληψης. Λίγες μέρες μετά, ο Μ. Χριστοφοράκος βρίσκεται ενώπιον των γερμανικών αρχών, όπου, προκειμένου να καταστεί εκεί κατηγορούμενος και να μην εκδοθεί στην Ελλάδα, καταθέτει ότι υπήρξαν δωροδοκίες κομμάτων και κρατικών λειτουργών στη χώρα. Οι γερμανικές αρχές έχουν αρνηθεί την έκδοση του για τις κατηγορίες που αιτήθηκε η Ελλάδα και έτσι ο Χριστοφοράκος καταδικάστηκε από τη γερμανική Δικαιοσύνη για δωροδοκία πλημμεληματικού βαθμού.
'Αλλη μία «αναχώρηση» κατηγορουμένου, όμως, λίγες ημέρες μετά, στις 29 Μαϊου, δυναμιτίζει την έρευνα του κ. Ζαγοριανού. Ο κατηγορούμενος πρώην οικονομικός διευθυντής της ελληνικής ΖΗΜΕΝΣ, Χρήστος Καραβέλας, εξαφανίζεται έπειτα από προθεσμία που είχε λάβει για την απολογία του. Ο ανακριτής εκδίδει εντάλματα σύλληψης για τη σύζυγο και τις κόρες τού Καραβέλα. Μετά τις απολογίες τους, με τη σύμφωνη γνώμη του Εισαγγελέα, μάνα και μεγαλύτερη κόρη οδηγούνται στη φυλακή, ενώ στις άλλες δύο κόρες του καταζητούμενου επιβάλλονται περιοριστικοί όροι με χρηματικές εγγυήσεις ενός εκατομμυρίου ευρώ, ποσό που τελικώς μειώνει στις 30.000 ευρώ, με βούλευμά του, το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών.
Αρχές Ιουνίου 2009 απολογείται στον ανακριτή ο πρώην πρόεδρος της ελληνικής ΖΗΜΕΝΣ και πρώην μεγάλο στέλεχος της μητρικής εταιρίας, Φόλκερ Γιουνγκ, ο οποίος αφήνεται ελεύθερος με απαγόρευση εξόδου από τη χώρα και υποχρέωση εμφάνισης στο Αστυνομικό τμήμα Πάρου, όπου δηλώνει μόνιμη κατοικία. Ο κ. Γιουνγκ, ενάμιση χρόνο μετά, τον Νοέμβριο του 2010, συμπληρώνει με την επισήμως «υπό αγνώστων συνθηκών» διαφυγή του, τον κατάλογο των μεγάλων απουσιών στην υπόθεση της ΖΗΜΕΝΣ.
Η ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΣΚΑΝΔΑΛΟΥ
Σύμφωνα με στοιχεία του αμερικανικού Υπουργείου Δικαιοσύνης, οι παράνομες πληρωμές της ΖΗΜΕΝΣ και θυγατρικών της σε Ευρώπη, Ασία, Αφρική, Αμερική και Μέση Ανατολή ενδέχεται να αγγίζουν το ποσό των 1,4 δισ. δολαρίων.
Η αμερικανική Δικαιοσύνη εκτιμά ότι από το 2001 έως το 2007 -το 2001 η ΖΗΜΕΝΣ εισήχθη στο χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης- πληρώθηκαν 54,5 εκατομμύρια δολάρια για άγνωστους σκοπούς, 341 εκατομμύρια δολάρια σε συμβούλους επιχειρήσεων, για άγνωστους, ή αναιτιολόγητους λόγους, και περίπου 800 εκατομμύρια δολάρια κατευθύνθηκαν σε δωροδοκίες σε αξιωματούχους χωρών, μέσω μηχανισμών πληρωμών, είτε μέσω εταιριών, είτε με χρήματα στο χέρι.
Τα συνολικά πρόστιμα και χρηματικές ποινές που σε ΗΠΑ και Γερμανία επιβλήθηκαν για το σκάνδαλο στην εταιρία και σε θυγατρικές της, εκτιμάται στην Αμερική, ότι αγγίζουν τα 1,6 δισ. δολάρια.
Εκτός του προστίμου των 450 εκατομ. δολαρίων, που συμφωνήθηκε το 2008 με την αμερικανική Δικαιοσύνη να καταβάλει η ΖΗΜΕΝΣ, επιβλήθηκε και πρόστιμο ύψους 350 εκατομ. δολαρίων για διαφυγόντες φόρους, ενώ η εταιρία υποχρεώθηκε για 4 χρόνια να ενημερώνει το FBI και το υπουργείο Δικαιοσύνης για όλες τις συναλλαγές της. Το συνολικό ποσό των 800 εκατομ. δολαρίων, σύμφωνα με την αμερικανική Δικαιοσύνη, είναι το μεγαλύτερο που έχει επιβληθεί στην χώρα τα τελευταία 30 χρόνια για υποθέσεις διαφθοράς.
Μεγάλο ρόλο στην υπόθεση έπαιξε η αμερικανική δικηγορική εταιρία Debevoise & Plimpton (σσ. ιδρύθηκε το 1931), η οποία κλήθηκε να διενεργήσει εσωτερικό έλεγχο στη ΖΗΜΕΝΣ το 2006, οπότε γιγαντώθηκε η υπόθεση από τα στοιχεία, που ήρθαν στο φως. Η δικηγορική εταιρία παρέδωσε ογκωδέστατο φάκελο, με πολλά στοιχεία για τη διακίνηση χρημάτων και όχι μόνον, στον εισαγγελέα Αθανασίου, όταν ξεκίνησε την έρευνα του.
Η αμερικανική εταιρία έχει ανακοινώσει επίσημα ότι κατά τη διάρκεια της διετούς της έρευνας έλαβε 1.750 συνεντεύξεις εργαζομένων στη ΖΗΜΕΝΣ κ.α, προέβη σε έλεγχο 82 εκατομ. εγγράφων, επανέλεγξε 14 εκατομ. από αυτά, ανέλυσε 38 εκατομ. οικονομικές συναλλαγές και εξέτασε 10 εκατομ. τραπεζικά στοιχεία.
Επί της ουσίας, η υπόθεση ξεκίνησε να απασχολεί την ελληνική Δικαιοσύνη τον Δεκέμβριο του 2006 -είχε προηγηθεί μία έρευνα, που ανατέθηκε σε πταισματοδίκη για το ενδεχόμενο δωροδοκίας υπαλλήλων- υπό τη μορφή ενός ολιγοσέλιδου φακέλου με δημοσιεύματα για το «σκάνδαλο δωροδοκιών» με στοιχεία από τις έρευνες στη Γερμανία, που ήταν και το πρώτο υλικό για την προκαταρκτική εξέταση, η οποία ανατέθηκε τότε, στον εισαγγελέα Παναγιώτη Αθανασίου.
Τέσσερα χρόνια μετά, η διερεύνηση της υπόθεσης από τη Δικαιοσύνη βαίνει μετά πολλών εμποδίων προς το τέλος της φάσης συλλογής και αξιολόγησης στοιχείων και τα έως στιγμής δεδομένα και γεγονότα μπορούν να δοθούν με... τρεις αριθμούς:
Το 1, καθώς και για την Ελλάδα, όπως φαίνεται, πρόκειται για το «νούμερο 1 σκάνδαλο» από τη Μεταπολίτευση έως σήμερα.
Το 2, για τους δύο τρόπους, με τους οποίους από τα στοιχεία στοιχεία των ερευνών φαίνεται να χρησιμοποιήθηκαν από τη μητρική εταιρία, προκειμένου να διοχετευθούν χρήματα για δωροδοκίες.
Το 3, για τους κατηγορούμενους στην υπόθεση, που διέφυγαν στο εξωτερικό.
Η έρευνα των τριών Εφετών Ανακριτών περιλαμβάνει -έως στιγμής- τρεις δικογραφίες για την υπόθεση: Αυτή των πυραύλων PATRIOT, τη σύμβαση 8002 του ΟΤΕ και το σύστημα ασφαλείας C4I.
Ο φάκελος των PATRIOT αφορά τη συμφωνία του 1998 για προμήθεια πυραύλων από αμερικανική εταιρία με ανάθεση στη ΖΗΜΕΝΣ υποκατασκευαστικού έργου για τα ηλεκτρονικά συστήματα των όπλων.
Η υπόθεση «8002» αφορά την προγραμματική σύμβαση του ΟΤΕ με τη ΖΗΜΕΝΣ το 1997, για την προμήθεια ψηφιακών παροχών και τις επεκτάσεις της αρχικής, που έγιναν τα επόμενα χρόνια.
Τέλος, η δικογραφία για τα συστήματα ασφαλείας των Ολυμπιακών Αγώνων αφορά τη σύμβαση του 2003 με την αμερικανική εταιρία SAIC για το έργο της κατασκευής εγκατάστασης και λειτουργίας του συστήματος C4I με υπεργολάβο τη ΖΗΜΕΝΣ.
Είναι πολύ πιθανό το επόμενο διάστημα να διαβιβαστούν στους τρεις Εφέτες και άλλες δικογραφίες για σκέλη της υπόθεσης, όπως αυτά που αφορούν συμβάσεις της ΖΗΜΕΝΣ για τον ΟΣΕ, για τα συστήματα ΕΡΜΗΣ, για την ΑΡΜΕΝΤΕΛ, την περίοδο που ανήκε στον ΟΤΕ, καθώς για τις προμήθειες υλικών στον χώρο της Υγείας.
Οι κατηγορίες που έχουν απαγγελθεί για την υπόθεση αφορούν τα αδικήματα της «ενεργητικής και παθητικής δωροδοκίας σε βάρος του Δημοσίου» (ή του ΟΤΕ), «νομιμοποίησης εσόδων από παράνομη δραστηριότητα», «ηθική αυτουργία και άμεση συνέργεια σε δωροδοκία». Για την υπόθεση του C4I έχει απαγγελθεί επιπλέον κατηγορία για «απάτη σε βάρος του Δημοσίου» ενώ πρόσφατα μετά από αίτημα της Εξεταστικής Επιτροπής της Βουλής ασκήθηκε ποινική δίωξη και για το αδίκημα της «συγκρότησης εγκληματικής οργάνωσης».
Ο ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ
Από όλες τις φάσεις της δικαστικής διερεύνησης της υπόθεσης, τόσο από τον Εισαγγελέα Αθανασίου και εν συνεχεία τον Ειδικό Ανακριτή Ζαγοριανό, όσο και από τους Εφέτες Ανακριτές -που ανέλαβαν την υπόθεση τον Σεπτέμβριο του 2009- έχουν συλλεχθεί χιλιάδες στοιχεία.
Οι κατηγορούμενοι στην υπόθεση -ως τώρα- είναι 31. Από αυτούς οι 28 είχαν καταστεί κατηγορούμενοι από τον ανακριτή Ζαγοριανό και οι τρεις, οι Μαντέλης, Τσουγκράνης και Μάρκου, κλήθηκαν από τους Εφέτες μετά την ομολογία τού πρώην υπουργού ότι έλαβε χρήματα από την ΖΗΜΕΝΣ.
Έως στιγμής έχουν υποβληθεί 62 αιτήματα δικαστικής συνδρομής, συμπεριλαμβανομένων και των διευκρινιστικών αιτημάτων.
Οι χώρες από τις οποίες έχουν ζητηθεί στοιχεία για την υπόθεση, είτε αυτά είναι καταθέσεις μαρτύρων και κατηγορουμένων, είτε άνοιγμα λογαριασμών φυσικών και νομικών προσώπων, είτε πληροφορίες για εταιρίες, είναι οι Ελβετία, Γερμανία, Ηνωμένο Βασίλειο, Κύπρος, Ρουμανία, Λιχτενστάιν, Ιταλία, Βέλγιο, Αυστρία (σσ. και προς τις τρεις Εισαγγελίες της χώρας), Μονακό, Λουξεμβούργο, ΗΠΑ, Ουρουγουάη και Αζερμπαϊτζάν.
Στην πλειονότητά τους τα αιτήματα έχουν ικανοποιηθεί ή έχει δρομολογηθεί η ικανοποίησή τους. Δεν έχει υπάρξει απάντηση ως τώρα από το Αζερμπαϊτζάν, προς το οποίο το αίτημα αφορούσε την κατάληξη εμβάσματος σε τράπεζα στο Μπακού, προερχόμενο από τροφοδότη λογαριασμό Ελβετικής τράπεζας με ενδιάμεση στάση στη Ρουμανία. Επίσης, δεν έχει απαντηθεί σχετικά πρόσφατο αίτημα προς τις ΗΠΑ, το οποίο, ωστόσο, εκτιμάται ότι θα ικανοποιηθεί σύντομα από την αμερικανική Δικαιοσύνη.
Η δικαστική συνδρομή προς την Ουρουγουάη αφορά αποκλειστικά τον καταζητούμενο κατηγορούμενο Χρήστο Καραβέλα και περιουσιακά στοιχεία, που έχει στη νοτιοαμερικανική χώρα.
Από το εξωτερικό οι Εφέτες ανακριτές έχουν πλήρη στοιχεία για την κίνηση 127 τραπεζικών λογαριασμών, προσώπων και εταιριών, για τους οποίους ζητήθηκε άρση απορρήτου. Πρόσωπα που εμπλέκονται στην υπόθεση έχουν εντοπιστεί να έχουν περισσότερους από έναν λογαριασμούς, ή εκτός από προσωπικούς να έχουν και λογαριασμούς σε εξωχώριες εταιρίες.
Πρόσφατα, στις χιλιάδες σελίδες της δικογραφίας προστέθηκαν εκατοντάδες σελίδες που αφορούν την κίνηση 40 τραπεζικών λογαριασμών του Καραβέλα, προσωπικών, ή εταιριών του. Όπως μάλιστα ακούγεται στο Εφετείο, ο εξαφανισμένος πρώην οικονομικός διευθυντής της ΖΗΜΕΝΣ έχει καταστεί κατηγορούμενος στην Ουρουγουάη για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομη δραστηριότητα. Δίκην αστείου, δε, κυκλοφορεί ότι για να μην απολογηθεί εκεί επικαλείται την απαγόρευση εξόδου, που του έχει επιβληθεί στην Ελλάδα.
Και εντός της ελληνικής επικράτειας έχουν ανοιχθεί δεκάδες λογαριασμοί, ενώ εκκρεμούν απαντήσεις σε σχετικά αιτήματα των Εφετών από αρκετές τράπεζες. Από έκθεση αξιολόγησης συναλλαγών της Τράπεζας Ελλάδος για 25 πρόσωπα, που ελέγχθηκαν, πολλοί εκ των οποίων είναι κατηγορούμενοι, προέκυψαν στοιχεία για τη διακίνηση τεράστιων χρηματικών ποσών με μεγαλύτερο το ποσό των 43,5 εκατομμυρίων ευρώ, που εντοπίστηκε λογαριασμό κατηγορούμενου, στελέχους της ΖΗΜΕΝΣ.
Σε όλα τα στάδια της δικαστικής διερεύνησης ελήφθησαν 147 μαρτυρικές καταθέσεις, ενώ οι καταθέσεις υπόπτων, κάποιες εκ των οποίων είναι διπλές, ή τριπλές, φθάνουν τις 62. Από τα πρόσωπα αυτά κάποια είναι ήδη κατηγορούμενοι.
Η ΔΙΑΚΙΝΗΣΗ «ΜΑΥΡΟΥ ΧΡΗΜΑΤΟΣ»
Όπως εκτιμάται, οι λεγόμενες «ωφέλιμες πληρωμές» του γερμανικού κολοσσού χωρίζονται από άποψη οργάνωσης σε δύο περιόδους, ή και δύο τρόπους.
Ο πρώτος τρόπος, στην πρώτη «περίοδο της απλότητας», ήταν μέσω ενός τραπεζικού λογαριασμού -όπως ο λογαριασμός στην πόλη Σάλτσμπουργκ της Αυστρίας- που εξυπηρετούσε σχεδόν αποκλειστικά τις επίμαχες πληρωμές τροφοδοτώντας με μαύρα ποσά τα πρόσωπα που θα μοίραζαν το χρήμα. Στη φάση αυτή, οι «διανομείς» του χρήματος άνοιγαν λογαριασμούς με κωδικές ονομασίες. Στην Ελληνική δικογραφία περιλαμβάνονται αυτοί οι λογαριασμοί που φέρουν ονόματα όπως «ΦΡΑΝΖ», «ΜΑΤΙ», «ΡΟΖΟΣ», «Α.ΡΟΚΟΣ», «ΝΙΚΟΣ» και «ΣΑΜΟΣ». Τα χρήματα ενίοτε παραδίδονταν και σε βαλίτσες. Σε κάποιες από αυτές τις περιπτώσεις, τα ποσά που διακινούνταν ήταν εξαιρετικά μεγάλα. Λέγεται πως από τον επίμαχο αυστριακό λογαριασμό πιθανόν διακινήθηκαν προς διάφορες κατευθύνσεις ποσά που υπερβαίνουν τα 100 εκατομμύρια ευρώ. Στο Εφετείο ακούγεται πως κατηγορούμενος στην υπόθεση, ο οποίος συνδέεται και με τον λογαριασμό της Αυστρίας, πρώην στέλεχος της ΖΗΜΕΝΣ, με πολλές εξωχώριες εταιρίες, κατάφερε να «φέρει» πριν λίγα χρόνια στην Ελλάδα 20 εκατομμύρια ευρώ.
Στη δεύτερη φάση η όλη διαδικασία -πιθανότατα και λόγω αλλαγών στη γερμανική νομοθεσία για τις εταιρίες- έγινε πιο δαιδαλώδης. Όπως προκύπτει από καταθέσεις πρώην υψηλόβαθμων στελεχών της μητρικής εταιρίας, που περιλαμβάνονται στην ελληνική δικογραφία, στήθηκε ένας περίπλοκος μηχανισμός με την έκδοση εικονικών τιμολογίων για παροχή υπηρεσιών και τη δημιουργία δεκάδων εξωχώριων εταιρών, ώστε να μπορούν να εκταμιεύονται χρήματα και μέσω διαδρομών με πολλές... στάσεις να καταλήγουν στους προορισμούς τους.
Όταν ξέσπασε το σκάνδαλο στη Γερμανία, η ΖΗΜΕΝΣ είχε κάνει λόγο για υπεξαίρεση σε βάρος της εκ μέρους στελεχών της σε λογαριασμούς των οποίων είχαν εντοπιστεί μεγάλα χρηματικά ποσά. Οι καταθέσεις πολλών από αυτούς έδωσαν τη διάσταση του σκανδάλου εκτεταμένης διαφθοράς στην υπόθεση, καθώς ομολογούσαν πως δεν επρόκειτο για υπεξαίρεση σε βάρος της ΖΗΜΕΝΣ, αλλά για ένα «πολυπλόκαμο και εξεζητημένο σύστημα δωροδοκιών», που είχε στήσει η εταιρία για να λαμβάνει έργα σε πολλές χώρες του κόσμου. Το σχέδιο της εταιρίας υιοθετήθηκε και στην Ελλάδα. Έτσι προέκυψαν οι δύο εταιρίες (PLACID και FAIRWAYS), που οι κατηγορούμενοι επιχειρηματίες ιδρυτές τους ομολόγησαν ότι δημιούργησαν καθ'Α υπόδειξη του Μιχάλη Χριστοφοράκου. Μόνο μέσα σε δύο χρόνια οι δύο εταιρίες, που οι λογαριασμοί τους «πρωταγωνιστούν» ως παραλήπτες και αποστολείς χρημάτων, φαίνεται να έχουν διακινήσει πολλά εκατομμύρια ευρώ. Στην ελληνική δικογραφία περιλαμβάνονται περίπου 30 τέτοιες εταιρίες, είτε ως τελικοί αποδέκτες χρημάτων, είτε ως ενδιάμεσοι σταθμοί. Το πρόβλημα με όλες αυτές τις διαδικασίες για τη διακίνηση παράνομου χρήματος είναι πως σε πάρα πολλές περιπτώσεις οι πραγματικοί παραλήπτες χρημάτων δεν έχουν εντοπιστεί, καθώς από τα δεκάδες σχεδιαγράμματα, που δημιουργήθηκαν, βάσει των στοιχείων προκύπτει μία κυκλική πορεία των χρημάτων και εμφανίζονται χρηματικά ποσά να ξεκινούν και να καταλήγουν στα ίδια πρόσωπα.
ΟΙ ΤΡΕΙΣ «ΑΠΩΛΕΙΕΣ» ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ
Τρεις από τους κορυφαίους της ΖΗΜΕΝΣ ΕΛΛΑΣ έχουν διαφύγει στο εξωτερικό, οι δύο λίγο πριν τις απολογίες τους στον ανακριτή Ζαγοριανό και ο τρίτος σε ανύποπτο χρόνο.
Στις 20 Μαϊου του 2009 ο Μιχάλης Χριστοφοράκος, ο οποίος είχε λάβει προθεσμία για την απολογία του, κατηγορούμενος για δύο κακουργήματα στην υπόθεση της 8002, δεν εμφανίζεται στον ανακριτή Ζαγοριανό, που εκδίδει ένταλμα σύλληψης. Λίγες μέρες μετά, ο Μ. Χριστοφοράκος βρίσκεται ενώπιον των γερμανικών αρχών, όπου, προκειμένου να καταστεί εκεί κατηγορούμενος και να μην εκδοθεί στην Ελλάδα, καταθέτει ότι υπήρξαν δωροδοκίες κομμάτων και κρατικών λειτουργών στη χώρα. Οι γερμανικές αρχές έχουν αρνηθεί την έκδοση του για τις κατηγορίες που αιτήθηκε η Ελλάδα και έτσι ο Χριστοφοράκος καταδικάστηκε από τη γερμανική Δικαιοσύνη για δωροδοκία πλημμεληματικού βαθμού.
'Αλλη μία «αναχώρηση» κατηγορουμένου, όμως, λίγες ημέρες μετά, στις 29 Μαϊου, δυναμιτίζει την έρευνα του κ. Ζαγοριανού. Ο κατηγορούμενος πρώην οικονομικός διευθυντής της ελληνικής ΖΗΜΕΝΣ, Χρήστος Καραβέλας, εξαφανίζεται έπειτα από προθεσμία που είχε λάβει για την απολογία του. Ο ανακριτής εκδίδει εντάλματα σύλληψης για τη σύζυγο και τις κόρες τού Καραβέλα. Μετά τις απολογίες τους, με τη σύμφωνη γνώμη του Εισαγγελέα, μάνα και μεγαλύτερη κόρη οδηγούνται στη φυλακή, ενώ στις άλλες δύο κόρες του καταζητούμενου επιβάλλονται περιοριστικοί όροι με χρηματικές εγγυήσεις ενός εκατομμυρίου ευρώ, ποσό που τελικώς μειώνει στις 30.000 ευρώ, με βούλευμά του, το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών.
Αρχές Ιουνίου 2009 απολογείται στον ανακριτή ο πρώην πρόεδρος της ελληνικής ΖΗΜΕΝΣ και πρώην μεγάλο στέλεχος της μητρικής εταιρίας, Φόλκερ Γιουνγκ, ο οποίος αφήνεται ελεύθερος με απαγόρευση εξόδου από τη χώρα και υποχρέωση εμφάνισης στο Αστυνομικό τμήμα Πάρου, όπου δηλώνει μόνιμη κατοικία. Ο κ. Γιουνγκ, ενάμιση χρόνο μετά, τον Νοέμβριο του 2010, συμπληρώνει με την επισήμως «υπό αγνώστων συνθηκών» διαφυγή του, τον κατάλογο των μεγάλων απουσιών στην υπόθεση της ΖΗΜΕΝΣ.
Η ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΣΚΑΝΔΑΛΟΥ
Σύμφωνα με στοιχεία του αμερικανικού Υπουργείου Δικαιοσύνης, οι παράνομες πληρωμές της ΖΗΜΕΝΣ και θυγατρικών της σε Ευρώπη, Ασία, Αφρική, Αμερική και Μέση Ανατολή ενδέχεται να αγγίζουν το ποσό των 1,4 δισ. δολαρίων.
Η αμερικανική Δικαιοσύνη εκτιμά ότι από το 2001 έως το 2007 -το 2001 η ΖΗΜΕΝΣ εισήχθη στο χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης- πληρώθηκαν 54,5 εκατομμύρια δολάρια για άγνωστους σκοπούς, 341 εκατομμύρια δολάρια σε συμβούλους επιχειρήσεων, για άγνωστους, ή αναιτιολόγητους λόγους, και περίπου 800 εκατομμύρια δολάρια κατευθύνθηκαν σε δωροδοκίες σε αξιωματούχους χωρών, μέσω μηχανισμών πληρωμών, είτε μέσω εταιριών, είτε με χρήματα στο χέρι.
Τα συνολικά πρόστιμα και χρηματικές ποινές που σε ΗΠΑ και Γερμανία επιβλήθηκαν για το σκάνδαλο στην εταιρία και σε θυγατρικές της, εκτιμάται στην Αμερική, ότι αγγίζουν τα 1,6 δισ. δολάρια.
Εκτός του προστίμου των 450 εκατομ. δολαρίων, που συμφωνήθηκε το 2008 με την αμερικανική Δικαιοσύνη να καταβάλει η ΖΗΜΕΝΣ, επιβλήθηκε και πρόστιμο ύψους 350 εκατομ. δολαρίων για διαφυγόντες φόρους, ενώ η εταιρία υποχρεώθηκε για 4 χρόνια να ενημερώνει το FBI και το υπουργείο Δικαιοσύνης για όλες τις συναλλαγές της. Το συνολικό ποσό των 800 εκατομ. δολαρίων, σύμφωνα με την αμερικανική Δικαιοσύνη, είναι το μεγαλύτερο που έχει επιβληθεί στην χώρα τα τελευταία 30 χρόνια για υποθέσεις διαφθοράς.
Μεγάλο ρόλο στην υπόθεση έπαιξε η αμερικανική δικηγορική εταιρία Debevoise & Plimpton (σσ. ιδρύθηκε το 1931), η οποία κλήθηκε να διενεργήσει εσωτερικό έλεγχο στη ΖΗΜΕΝΣ το 2006, οπότε γιγαντώθηκε η υπόθεση από τα στοιχεία, που ήρθαν στο φως. Η δικηγορική εταιρία παρέδωσε ογκωδέστατο φάκελο, με πολλά στοιχεία για τη διακίνηση χρημάτων και όχι μόνον, στον εισαγγελέα Αθανασίου, όταν ξεκίνησε την έρευνα του.
Η αμερικανική εταιρία έχει ανακοινώσει επίσημα ότι κατά τη διάρκεια της διετούς της έρευνας έλαβε 1.750 συνεντεύξεις εργαζομένων στη ΖΗΜΕΝΣ κ.α, προέβη σε έλεγχο 82 εκατομ. εγγράφων, επανέλεγξε 14 εκατομ. από αυτά, ανέλυσε 38 εκατομ. οικονομικές συναλλαγές και εξέτασε 10 εκατομ. τραπεζικά στοιχεία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου