Του Σταύρου Χριστακόπουλου
Το ψέμα, λένε, έχει κοντά ποδάρια. Αυτό επιβεβαιώνεται τώρα, ακόμη μια φορά, στην περίπτωση της Ελλάδας και της κυβέρνησής της. Άλλωστε πλέον η κυβέρνηση, είτε το θέλει είτε όχι, είναι υποχρεωμένη να αναμετρηθεί όχι μόνον με τα ψεύδη που σωρηδόν ξεστόμιζε ήδη πριν από τις εκλογές του 2009, αλλά και σε όλη τη διάρκεια της θητείας της. Κυρίως όμως έχει να αναμετρηθεί με τη σκληρή πραγματικότητα. Χωρίς περιθώριο διαφυγής από αυτήν.
Το ένα επίπεδο αυτής της πραγματικότητας είναι ότι η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους δεν αποτελεί μόνο παγκόσμια βεβαιότητα, αλλά και πεδίο ενδοευρωπαϊκής δημόσιας αντιπαράθεσης. Δεν αποτελεί δηλαδή υπόθεση αναλύσεων, προβλέψεων και... χειρομαντείας, αλλά και τρέχουσα πολιτική ευρωπαϊκή ατζέντα.
Δεν μιλάμε μόνον για τη σαφή πρόβλεψη του μελλοντικού (από το 2013) μόνιμου μηχανισμού «διάσωσης» (ESM), ο οποίος προβλέπει ρητώς ως προϋπόθεση υπαγωγής σε αυτόν την αναδιάρθρωση του χρέους των χωρών που δεν μπορούν να το εξυπηρετήσουν. Αλλά και για τη δημόσια διαφωνία μεταξύ των παραγόντων της ευρωζώνης στο πλαίσιο των συνεδριάσεων των Ευρωπαίων υπουργών Οικονομικών (Eurogroup και Ecofin) στη Βουδαπέστη στο τέλος της περασμένης εβδομάδας.
Μετά τη συνεδρίαση του Ecofin (υπ. Οικονομικών της Ε.Ε.) το Σάββατο, ο επίτροπος Όλι Ρεν δήλωσε πως η Ευρωπαϊκή Ένωση αποκλείει την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους. Στο ίδιο μήκος κύματος ο επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Ζαν Κλοντ Τρισέ είπε πως «η Ε.Ε. έχει πρόγραμμα για την Ελλάδα, το οποίο εφαρμόζεται και έχει την έγκριση από τα θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης».
Δεν είναι όμως όλοι σύμφωνοι στην Ευρώπη με αυτές τις τοποθετήσεις. Και πρώτοι απ’ όλους οι Γερμανοί, των οποίων ο αρμόδιος υπουργός Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, απαντώντας, δήλωσε πως η επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής και η μείωση του επιτοκίου της 11ης Μαρτίου – μέτρα τα οποία, ως γνωστόν, δεν έχουν ακόμη αποφασιστεί επισήμως – ίσως δεν είναι αρκετά για να επανέλθει η Ελλάδα στον... «ίσιο δρόμο»:
«Αν όλα αυτά είναι αρκετά θα πρέπει να το παρακολουθήσουμε στενά και να αποφασίσουμε στην πορεία».
Η δημόσια αυτή αντιπαράθεση μόνον τυχαία δεν ήταν, αφού, στο πλαίσιο των ευρωσυζητήσεων για την οικονομία, υπό τη βαριά σκιά της προσφυγής της Πορτογαλίας στον προσωρινό μηχανισμό «στήριξης», πολλοί αξιωματούχοι εξέφρασαν αμφιβολίες για το αν η Ελλάδα είναι σε θέση να βαδίσει με ασφάλεια στο ναρκοπέδιο που συνθέτουν η ευρωπαϊκή κρίση χρέους και η κατάσταση της ελληνικής οικονομίας.
Υπ’ αυτές τις συνθήκες η κυβέρνηση δεν μπορεί πια να κρύβεται με την άνεση που το έκανε προηγουμένως. Ήδη αντιμετωπίζει, εκτός από τη σαφή αποτυχία της στον περιορισμό των ελλειμμάτων και τον έλεγχο του χρέους, τον φόβο σοβαρού εσωκομματικού προβλήματος, όπως αυτό διεφάνη από την επίθεση βουλευτών του ΠΑΣΟΚ στον υπουργό Οικονομικών για το νομοσχέδιο περί τζόγου.
Οι δύο επόμενες εβδομάδες ανήκουν στην ολοκλήρωση της λίστας του ξεπουλήματος της εθνικής περιουσίας και των νέων ογκωδέστατων πακέτων εισπρακτικών και περιοριστικών μέτρων τόσο για την άμεση κάλυψη των ανεξέλεγκτων ελλειμμάτων όσο και στο πλαίσιο της δημοσιονομικής προσαρμογής με ορίζοντα το 2015.
Με την εξαπάτηση του «λεφτά υπάρχουν» και την κοροϊδία του «σώζουμε την Ελλάδα» κύλησε ενάμισης χρόνος και πλέον. Τώρα η κυβέρνηση είναι αναγκασμένη να αντιμετωπίσει τον εαυτό της, το κόμμα που την ανέδειξε, τα δραματικά αποτελέσματα των επιλογών της, αλλά, κυρίως, την πραγματικότητα.
Τα κρυφά χαρτιά που απέμειναν είναι λίγα και τα περιθώρια για μια νέα πομπώδη εξαπάτηση στενεύουν απελπιστικά.
Το ψέμα, λένε, έχει κοντά ποδάρια. Αυτό επιβεβαιώνεται τώρα, ακόμη μια φορά, στην περίπτωση της Ελλάδας και της κυβέρνησής της. Άλλωστε πλέον η κυβέρνηση, είτε το θέλει είτε όχι, είναι υποχρεωμένη να αναμετρηθεί όχι μόνον με τα ψεύδη που σωρηδόν ξεστόμιζε ήδη πριν από τις εκλογές του 2009, αλλά και σε όλη τη διάρκεια της θητείας της. Κυρίως όμως έχει να αναμετρηθεί με τη σκληρή πραγματικότητα. Χωρίς περιθώριο διαφυγής από αυτήν.
Το ένα επίπεδο αυτής της πραγματικότητας είναι ότι η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους δεν αποτελεί μόνο παγκόσμια βεβαιότητα, αλλά και πεδίο ενδοευρωπαϊκής δημόσιας αντιπαράθεσης. Δεν αποτελεί δηλαδή υπόθεση αναλύσεων, προβλέψεων και... χειρομαντείας, αλλά και τρέχουσα πολιτική ευρωπαϊκή ατζέντα.
Δεν μιλάμε μόνον για τη σαφή πρόβλεψη του μελλοντικού (από το 2013) μόνιμου μηχανισμού «διάσωσης» (ESM), ο οποίος προβλέπει ρητώς ως προϋπόθεση υπαγωγής σε αυτόν την αναδιάρθρωση του χρέους των χωρών που δεν μπορούν να το εξυπηρετήσουν. Αλλά και για τη δημόσια διαφωνία μεταξύ των παραγόντων της ευρωζώνης στο πλαίσιο των συνεδριάσεων των Ευρωπαίων υπουργών Οικονομικών (Eurogroup και Ecofin) στη Βουδαπέστη στο τέλος της περασμένης εβδομάδας.
Μετά τη συνεδρίαση του Ecofin (υπ. Οικονομικών της Ε.Ε.) το Σάββατο, ο επίτροπος Όλι Ρεν δήλωσε πως η Ευρωπαϊκή Ένωση αποκλείει την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους. Στο ίδιο μήκος κύματος ο επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Ζαν Κλοντ Τρισέ είπε πως «η Ε.Ε. έχει πρόγραμμα για την Ελλάδα, το οποίο εφαρμόζεται και έχει την έγκριση από τα θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης».
Δεν είναι όμως όλοι σύμφωνοι στην Ευρώπη με αυτές τις τοποθετήσεις. Και πρώτοι απ’ όλους οι Γερμανοί, των οποίων ο αρμόδιος υπουργός Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, απαντώντας, δήλωσε πως η επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής και η μείωση του επιτοκίου της 11ης Μαρτίου – μέτρα τα οποία, ως γνωστόν, δεν έχουν ακόμη αποφασιστεί επισήμως – ίσως δεν είναι αρκετά για να επανέλθει η Ελλάδα στον... «ίσιο δρόμο»:
«Αν όλα αυτά είναι αρκετά θα πρέπει να το παρακολουθήσουμε στενά και να αποφασίσουμε στην πορεία».
Η δημόσια αυτή αντιπαράθεση μόνον τυχαία δεν ήταν, αφού, στο πλαίσιο των ευρωσυζητήσεων για την οικονομία, υπό τη βαριά σκιά της προσφυγής της Πορτογαλίας στον προσωρινό μηχανισμό «στήριξης», πολλοί αξιωματούχοι εξέφρασαν αμφιβολίες για το αν η Ελλάδα είναι σε θέση να βαδίσει με ασφάλεια στο ναρκοπέδιο που συνθέτουν η ευρωπαϊκή κρίση χρέους και η κατάσταση της ελληνικής οικονομίας.
Υπ’ αυτές τις συνθήκες η κυβέρνηση δεν μπορεί πια να κρύβεται με την άνεση που το έκανε προηγουμένως. Ήδη αντιμετωπίζει, εκτός από τη σαφή αποτυχία της στον περιορισμό των ελλειμμάτων και τον έλεγχο του χρέους, τον φόβο σοβαρού εσωκομματικού προβλήματος, όπως αυτό διεφάνη από την επίθεση βουλευτών του ΠΑΣΟΚ στον υπουργό Οικονομικών για το νομοσχέδιο περί τζόγου.
Οι δύο επόμενες εβδομάδες ανήκουν στην ολοκλήρωση της λίστας του ξεπουλήματος της εθνικής περιουσίας και των νέων ογκωδέστατων πακέτων εισπρακτικών και περιοριστικών μέτρων τόσο για την άμεση κάλυψη των ανεξέλεγκτων ελλειμμάτων όσο και στο πλαίσιο της δημοσιονομικής προσαρμογής με ορίζοντα το 2015.
Με την εξαπάτηση του «λεφτά υπάρχουν» και την κοροϊδία του «σώζουμε την Ελλάδα» κύλησε ενάμισης χρόνος και πλέον. Τώρα η κυβέρνηση είναι αναγκασμένη να αντιμετωπίσει τον εαυτό της, το κόμμα που την ανέδειξε, τα δραματικά αποτελέσματα των επιλογών της, αλλά, κυρίως, την πραγματικότητα.
Τα κρυφά χαρτιά που απέμειναν είναι λίγα και τα περιθώρια για μια νέα πομπώδη εξαπάτηση στενεύουν απελπιστικά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου