Παράδοση με βαθιές ρίζες ανά τους αιώνες αποτελεί το βάψιμο των κόκκινων αυγών τη Μεγάλη Πέμπτη, τα Μεγαλοπεφτήσια αυγά, όπως χαρακτηριστικά λέει ο λαός μας. Πρόκειται για μια παράδοση τόσο ισχυρή, που χαρακτηρίζει και την ίδια την ημέρα της βαφής τους, την «Κοκκινοπέφτη».
Μάλιστα, η λαϊκή δοξασία θέλει τα αυγά αυτά να είναι ξεχωριστά, περικλείοντας τη ζωή, αλλά και τη ζωική δύναμη.
Τα κόκκινα αυγά της Μεγάλης Πέμπτης περικλείουν μια ολόκληρη ιεροτελεστία, που ξεκινάει από την επιλογή των αυγών, την απόκτηση της καλύτερης βαφής και τη δημιουργία σχεδίων, πριν από τον τελικό προορισμό, που είναι το πασχαλινό τραπέζι.
Τα Μεγαλοπεφτήσια αυγά, σύμφωνα με τον Τρικαλινό φιλόλογο-λαογράφο, Σωτήριο Ρουσιάκη, ήταν προϊόν ιδιαίτερης διαλογής. Οι νοικοκυρές φρόντιζαν να μην είναι πολύ μεγάλα τα αυγά, ώστε να πιάνονται εύκολα και να είναι μυτερά, προκειμένου να είναι πιο γερά για το τσούγκρισμα.
Συνήθως χρησιμοποιούσαν τα λαζαριάτικα, δηλαδή αυτά που είχαν συγκεντρώσει στο καλάθι τους, ως φιλοδώρημα, οι Λαζαρίνες, τα μικρά κορίτσια που τραγουδούσαν τα κάλαντα του Λαζάρου.
«Στον τόπο μας, λίγο πριν από το μεσημέρι ξεκινούσε η διαδικασία. Μια χάλκινη, μεγάλη κατσαρόλα, κόκκινη μπογιά είτε από το εμπόριο, είτε από φυτικά εκχυλίσματα, ένα ποτήρι ξύδι, για να πιάσει η βαφή καλά, αλάτι για να καθαρίζονται εύκολα από τα τσόφλια, και οπωσδήποτε τα λαζαρινά ή άλλα διαλεγμένα αυγά. Μόλις ξεκινούσε η βράση, οι νοικοκυρές, επειδή δεν είχαν παλιά χρονόμετρο ή άλλο τρόπο να υπολογίζουν το χρόνο που χρειάζεται για το σωστό βάψιμο, μετρούσαν μέχρι το εκατό. Με το τελείωμα του μετρήματος ήταν έτοιμα και τα αυγά. Απ' αυτά διάλεγαν τρία. Ένα έβαζαν στο εικονοστάσι, ένα έβαζαν δίπλα στο καντήλι, σε τάφο συγγενή, και το τρίτο επέστρεφε στη γη. Το έθαβαν στο αμπέλι την ημέρα που πήγαιναν για να το σκάψουν», αναφέρει ο κ. Ρουσιάκης.
Αυγά έβαφαν και την εβδομάδα του Πάσχα, εάν υπήρχε ανάγκη. Ωστόσο, τα Μεγαλοπεφτήσια λέγεται πως είναι τα καλύτερα, καθώς κρατούν για 40 μέρες (μέχρι και την Ανάληψη), χωρίς να χαλάσουν.
Μια ιδιαίτερη κατηγορία των Μεγαλοπεφτήσιων αυγών, σύμφωνα με τον Τρικαλινό λαογράφο, ήταν οι πλούμπες. Η λέξη πλούμπα παράγεται από το ρήμα πλουμίζω, που σημαίνει διακοσμώ με στολίδια. Οι πλούμπες ήταν κόκκινα αυγά, τα οποία είχαν στικτά σχέδια, καμωμένα από άσπρες μικρές βούλες. Για να επιτευχθεί αυτό, έσταζαν πάνω στο άσπρο αυγό λιωμένο κερί και με τις στάλες σχημάτιζαν σχέδια (ρόμβους, σταυρούς, καρδιές κ.λπ.). .
Το κερί πάγωνε και κολλούσε πάνω στο τσόφλι. Έτσι, όταν τα έβαφαν, οι στάλες έμεναν άβαφες. Αφού κρύωναν, έξυναν το κερί και αποκαλυπτόταν τα σχέδια, «τα πλουμίδια». Στην πορεία του χρόνου χρησιμοποιήθηκαν φύλλα κηπευτικών και δέντρων, στερεωμένα με κλωστές ή σχοινί, και στη σύγχρονη εποχή με καλσόν. Τα φυλλόσχημα αυτά πλουμίδια, ομολογουμένως, είναι εντυπωσιακά. Μετά το βάψιμο, τα σκούπιζαν για να είναι στεγνά και τα βουτούσαν σε λάδι για να γυαλίζουν.
Οι παραδόσεις που έχει ο λαός μας για να εξηγήσει αυτό το έθιμο είναι αρκετές και ενδιαφέρουσες, όπως αναφέρει και ο καθηγητής Λαογραφίας, Γεώργιος Μέγας.
Αλλού λένε ότι ξεκίνησε από μια γυναίκα που δεν πίστεψε στην Ανάσταση του Χριστού. «Αν τα άσπρα αυγά που κρατάω» - είπε – «γίνουν κόκκινα, τότε θα πιστέψω». Και, όπως λέει η λαϊκή παράδοση, ως εκ θαύματος, αμέσως έγιναν!
Αλλού λένε ότι βάφτηκαν από το κόκκινο αίμα του Εσταυρωμένου, ενώ μια άλλη παράδοση θεωρεί πως εκφράζουν τη χαρά για την Ανάσταση του Χριστού και ότι το χρώμα τους λειτουργεί αποτρεπτικά για κάθε κακό.
Το κόκκινο χρώμα, άλλωστε, είναι χαρακτηριστικό για τη Μεγάλη Πέμπτη, όχι μόνο στα αυγά. Σε πολλές περιοχές απλώνουν ένα κόκκινο υφαντό ή ένα πανί στο παράθυρο, στο μπαλκόνι, στην αυλή του σπιτιού, έθιμο που έχει παρόμοιους με το αυγό συμβολισμούς και κυρίως αποτρεπτικές ιδιότητες.
Τα κόκκινα αυγά έχουν πολλές χρήσεις. Τα τσουγκρίζουμε, ευχόμενοι ο ένας στον άλλον. Μια πράξη που συμβολίζει το σπάσιμο του τάφου και των δεσμών του θανάτου με την Ανάσταση του Κυρίου. Έπειτα τα τρώμε, ώστε να αποκτήσουμε την κρυμμένη δύναμή τους.
Τα βάζουμε σε λαμπροκουλούρες και σε τσουρέκια. Τα τοποθετούμε στους τάφους, ώστε και οι νεκροί να λάβουν το μήνυμα της Ανάστασης. Τα βάζουμε στο εικονοστάσι για φυλαχτό. Μ' αυτά σταύρωναν όσους έχουν υποστεί βασκανία, και αγγίζουν το σώμα των ασθενών για να τους ανακουφίσουν από τους πόνους.
Τα θάβουν στο αμπέλι για να προστατεύεται από τα σκαθάρια και το χαλάζι και στο χωράφι για καλή σοδειά. Τα κρεμούν με κλωστή από το ταβάνι, στολίζοντας έτσι το σπίτι. Τα αυγά αυτά ήταν άδεια. Προτού τα βάψουν, έκαναν δύο τρύπες αντιμετρικά, φυσούσαν και άδειαζε το ασπράδι και ο κρόκος.
Σε όλα τα έθιμα των Μεγαλοπεφτήσιων αυγών - αναφέρει ο κ. Ρουσιάκης - διαφαίνεται η κρυμμένη δύναμη και ο αποτρεπτικός χαρακτήρας τους. Ακόμα και τα τσόφλια ήταν φορείς αυτών των ιδιοτήτων και είχαν ειδική μεταχείριση. Είτε τα έθαβαν στη γη , είτε τα πετούσαν στη φωτιά, καθώς ήταν το αίμα του Χριστού και κάθε τι άλλο θα ήταν ασέβεια και ιεροσυλία, που θα επέσυρε κακά για την οικογένεια.
Το Μεγαλοπεφτήσιο αυγό έχει μακρά ιστορία, που ξεκινάει από τα πρώτα χρόνια του Χριστιανισμού. Σιγά-σιγά απλώθηκε σε όλη την οικουμένη και πήρε άλλες μορφές. Τα αυγά πια δεν είναι φυσικά, αλλά περίτεχνες κατασκευές από μια τεράστια ποικιλία υλικών.
Άλλοτε τρώγονται, όπως τα σοκολατένια, και άλλοτε απλώς στολίζουν με την ομορφιά τους. Ο πολύτιμος συμβολισμός τους γίνεται χειροπιαστός με πανάκριβα υλικά (πετρώματα, χρυσό, ασήμι, πετράδια, σμάλτο κ.λπ.).
Διάσημα σε όλο τον κόσμο ακόμη και σήμερα είναι τα αυγά που κατασκεύασε ο οίκος κοσμημάτων Φαμπερζέ για την αυτοκρατορική οικογένεια των Ρομανώφ, στη Ρωσία, τον 19ο αιώνα. Παραμένουν αξεπέραστα για τη λεπτολογία της δουλειάς, τα πανάκριβα υλικά και την επινοητικότητα των κατασκευαστών, όντας έτσι μια πολύτιμη αποτύπωση του Μεγαλοπεφτήσιου αυγού, καταλήγει ο Τρικαλινός ερευνητής.
Μάλιστα, η λαϊκή δοξασία θέλει τα αυγά αυτά να είναι ξεχωριστά, περικλείοντας τη ζωή, αλλά και τη ζωική δύναμη.
Τα κόκκινα αυγά της Μεγάλης Πέμπτης περικλείουν μια ολόκληρη ιεροτελεστία, που ξεκινάει από την επιλογή των αυγών, την απόκτηση της καλύτερης βαφής και τη δημιουργία σχεδίων, πριν από τον τελικό προορισμό, που είναι το πασχαλινό τραπέζι.
Τα Μεγαλοπεφτήσια αυγά, σύμφωνα με τον Τρικαλινό φιλόλογο-λαογράφο, Σωτήριο Ρουσιάκη, ήταν προϊόν ιδιαίτερης διαλογής. Οι νοικοκυρές φρόντιζαν να μην είναι πολύ μεγάλα τα αυγά, ώστε να πιάνονται εύκολα και να είναι μυτερά, προκειμένου να είναι πιο γερά για το τσούγκρισμα.
Συνήθως χρησιμοποιούσαν τα λαζαριάτικα, δηλαδή αυτά που είχαν συγκεντρώσει στο καλάθι τους, ως φιλοδώρημα, οι Λαζαρίνες, τα μικρά κορίτσια που τραγουδούσαν τα κάλαντα του Λαζάρου.
«Στον τόπο μας, λίγο πριν από το μεσημέρι ξεκινούσε η διαδικασία. Μια χάλκινη, μεγάλη κατσαρόλα, κόκκινη μπογιά είτε από το εμπόριο, είτε από φυτικά εκχυλίσματα, ένα ποτήρι ξύδι, για να πιάσει η βαφή καλά, αλάτι για να καθαρίζονται εύκολα από τα τσόφλια, και οπωσδήποτε τα λαζαρινά ή άλλα διαλεγμένα αυγά. Μόλις ξεκινούσε η βράση, οι νοικοκυρές, επειδή δεν είχαν παλιά χρονόμετρο ή άλλο τρόπο να υπολογίζουν το χρόνο που χρειάζεται για το σωστό βάψιμο, μετρούσαν μέχρι το εκατό. Με το τελείωμα του μετρήματος ήταν έτοιμα και τα αυγά. Απ' αυτά διάλεγαν τρία. Ένα έβαζαν στο εικονοστάσι, ένα έβαζαν δίπλα στο καντήλι, σε τάφο συγγενή, και το τρίτο επέστρεφε στη γη. Το έθαβαν στο αμπέλι την ημέρα που πήγαιναν για να το σκάψουν», αναφέρει ο κ. Ρουσιάκης.
Αυγά έβαφαν και την εβδομάδα του Πάσχα, εάν υπήρχε ανάγκη. Ωστόσο, τα Μεγαλοπεφτήσια λέγεται πως είναι τα καλύτερα, καθώς κρατούν για 40 μέρες (μέχρι και την Ανάληψη), χωρίς να χαλάσουν.
Μια ιδιαίτερη κατηγορία των Μεγαλοπεφτήσιων αυγών, σύμφωνα με τον Τρικαλινό λαογράφο, ήταν οι πλούμπες. Η λέξη πλούμπα παράγεται από το ρήμα πλουμίζω, που σημαίνει διακοσμώ με στολίδια. Οι πλούμπες ήταν κόκκινα αυγά, τα οποία είχαν στικτά σχέδια, καμωμένα από άσπρες μικρές βούλες. Για να επιτευχθεί αυτό, έσταζαν πάνω στο άσπρο αυγό λιωμένο κερί και με τις στάλες σχημάτιζαν σχέδια (ρόμβους, σταυρούς, καρδιές κ.λπ.). .
Το κερί πάγωνε και κολλούσε πάνω στο τσόφλι. Έτσι, όταν τα έβαφαν, οι στάλες έμεναν άβαφες. Αφού κρύωναν, έξυναν το κερί και αποκαλυπτόταν τα σχέδια, «τα πλουμίδια». Στην πορεία του χρόνου χρησιμοποιήθηκαν φύλλα κηπευτικών και δέντρων, στερεωμένα με κλωστές ή σχοινί, και στη σύγχρονη εποχή με καλσόν. Τα φυλλόσχημα αυτά πλουμίδια, ομολογουμένως, είναι εντυπωσιακά. Μετά το βάψιμο, τα σκούπιζαν για να είναι στεγνά και τα βουτούσαν σε λάδι για να γυαλίζουν.
Οι παραδόσεις που έχει ο λαός μας για να εξηγήσει αυτό το έθιμο είναι αρκετές και ενδιαφέρουσες, όπως αναφέρει και ο καθηγητής Λαογραφίας, Γεώργιος Μέγας.
Αλλού λένε ότι ξεκίνησε από μια γυναίκα που δεν πίστεψε στην Ανάσταση του Χριστού. «Αν τα άσπρα αυγά που κρατάω» - είπε – «γίνουν κόκκινα, τότε θα πιστέψω». Και, όπως λέει η λαϊκή παράδοση, ως εκ θαύματος, αμέσως έγιναν!
Αλλού λένε ότι βάφτηκαν από το κόκκινο αίμα του Εσταυρωμένου, ενώ μια άλλη παράδοση θεωρεί πως εκφράζουν τη χαρά για την Ανάσταση του Χριστού και ότι το χρώμα τους λειτουργεί αποτρεπτικά για κάθε κακό.
Το κόκκινο χρώμα, άλλωστε, είναι χαρακτηριστικό για τη Μεγάλη Πέμπτη, όχι μόνο στα αυγά. Σε πολλές περιοχές απλώνουν ένα κόκκινο υφαντό ή ένα πανί στο παράθυρο, στο μπαλκόνι, στην αυλή του σπιτιού, έθιμο που έχει παρόμοιους με το αυγό συμβολισμούς και κυρίως αποτρεπτικές ιδιότητες.
Τα κόκκινα αυγά έχουν πολλές χρήσεις. Τα τσουγκρίζουμε, ευχόμενοι ο ένας στον άλλον. Μια πράξη που συμβολίζει το σπάσιμο του τάφου και των δεσμών του θανάτου με την Ανάσταση του Κυρίου. Έπειτα τα τρώμε, ώστε να αποκτήσουμε την κρυμμένη δύναμή τους.
Τα βάζουμε σε λαμπροκουλούρες και σε τσουρέκια. Τα τοποθετούμε στους τάφους, ώστε και οι νεκροί να λάβουν το μήνυμα της Ανάστασης. Τα βάζουμε στο εικονοστάσι για φυλαχτό. Μ' αυτά σταύρωναν όσους έχουν υποστεί βασκανία, και αγγίζουν το σώμα των ασθενών για να τους ανακουφίσουν από τους πόνους.
Τα θάβουν στο αμπέλι για να προστατεύεται από τα σκαθάρια και το χαλάζι και στο χωράφι για καλή σοδειά. Τα κρεμούν με κλωστή από το ταβάνι, στολίζοντας έτσι το σπίτι. Τα αυγά αυτά ήταν άδεια. Προτού τα βάψουν, έκαναν δύο τρύπες αντιμετρικά, φυσούσαν και άδειαζε το ασπράδι και ο κρόκος.
Σε όλα τα έθιμα των Μεγαλοπεφτήσιων αυγών - αναφέρει ο κ. Ρουσιάκης - διαφαίνεται η κρυμμένη δύναμη και ο αποτρεπτικός χαρακτήρας τους. Ακόμα και τα τσόφλια ήταν φορείς αυτών των ιδιοτήτων και είχαν ειδική μεταχείριση. Είτε τα έθαβαν στη γη , είτε τα πετούσαν στη φωτιά, καθώς ήταν το αίμα του Χριστού και κάθε τι άλλο θα ήταν ασέβεια και ιεροσυλία, που θα επέσυρε κακά για την οικογένεια.
Το Μεγαλοπεφτήσιο αυγό έχει μακρά ιστορία, που ξεκινάει από τα πρώτα χρόνια του Χριστιανισμού. Σιγά-σιγά απλώθηκε σε όλη την οικουμένη και πήρε άλλες μορφές. Τα αυγά πια δεν είναι φυσικά, αλλά περίτεχνες κατασκευές από μια τεράστια ποικιλία υλικών.
Άλλοτε τρώγονται, όπως τα σοκολατένια, και άλλοτε απλώς στολίζουν με την ομορφιά τους. Ο πολύτιμος συμβολισμός τους γίνεται χειροπιαστός με πανάκριβα υλικά (πετρώματα, χρυσό, ασήμι, πετράδια, σμάλτο κ.λπ.).
Διάσημα σε όλο τον κόσμο ακόμη και σήμερα είναι τα αυγά που κατασκεύασε ο οίκος κοσμημάτων Φαμπερζέ για την αυτοκρατορική οικογένεια των Ρομανώφ, στη Ρωσία, τον 19ο αιώνα. Παραμένουν αξεπέραστα για τη λεπτολογία της δουλειάς, τα πανάκριβα υλικά και την επινοητικότητα των κατασκευαστών, όντας έτσι μια πολύτιμη αποτύπωση του Μεγαλοπεφτήσιου αυγού, καταλήγει ο Τρικαλινός ερευνητής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου