Του Σταύρου Χριστακόπουλου
Είχαμε δεν είχαμε, ξαναμπήκαμε στο επίκεντρο των σεναρίων περί χρεοκοπίας. Η χθεσινή έκθεση της Standard & Poor's που προβλέπει χρεοκοπία της Ελλάδας έως το τέλος του 2011 ήταν, από λίγο έως πολύ αναμενόμενη. Άλλωστε οι οίκοι αξιολόγησης κρατούσαν ανοιχτό το ενδεχόμενο να θεωρήσουν χρεοκοπία την εφαρμογή της περίφημης συμφωνίας της 21ης Ιουλίου κατά το σκέλος της συμμετοχής ιδιωτών στην υποτιθέμενη «λύση» για το ελληνικό χρέος.
Το επιχείρημα της S&P είναι ότι η εφαρμογή του σχεδίου επιφέρει μείωση του χρέους. Άρα... χρεοκοπία.
Από δίπλα μάς την έπεσε η Moody's λέγοντας ότι οι συμφωνίες περί εγγυήσεων εκ μέρους της Ελλάδας προς χώρες οι οποίες θα μας δανείσουν στο πλαίσιο του δεύτερου πακέτου «στήριξης» είναι επικίνδυνες και μπορεί να καθυστερήσουν όχι μόνο το νέο δάνειο, αλλά και την έκτη δόση του τρέχοντος.
Ο εν λόγω οίκος δεν λέει ό,τι του κατέβει, αφού το ίδιο ακριβώς υποστηρίζει και ο επικεφαλής της Κεντρικής Τράπεζας της Αυστρίας και μέλος του Δ.Σ. της ΕΚΤ Έβαλντ Νοβότνι, ο οποίος ανησυχεί, μάλιστα, ότι οι αλλαγές που αφορούν τον προσωρινό μηχανισμό «στήριξης» (EFSF) δεν θα εγκριθούν εγκαίρως από τα κοινοβούλια των χωρών της Ευρωζώνης.
Από δίπλα έχουμε όλο τον ντόρο που δημιούργησε η πρωτοφανής συμφωνία Ελλάδας και Φινλανδίας για την παροχή ισόποσων χρηματικών εγγυήσεων από τη χώρα μας έναντι του μεριδίου των Φινλανδών στο νέο δάνειο.
Η συμφωνία αυτή επέφερε ανάλογες απαιτήσεις κι από άλλες χώρες δημιουργώντας εκ των πραγμάτων δύο κατηγορίες δανειστών και επί της ουσίας υποχρεώνοντας την Ελλάδα να συνεισφέρει η ίδια τα περισσότερα χρήματα (που δεν έχει) για την υποτιθέμενη «διάσωσή» της – υπολογίστε ακόμη το κόστος για τις ελληνικές τράπεζες από τη μετακύλιση ομολόγων, το ξεπούλημα της ελληνικής περιουσίας που θα πάει κατευθείαν στις τσέπες των δανειστών και τα λεφτά του Μεσοπρόθεσμου, που θα έχουν την ίδια «τύχη», και το συμπέρασμα είναι αβίαστο: οι Έλληνες θα χρηματοδοτήσουν τον νέο δανεισμό.
Την ίδια ώρα η Bundesbank έρχεται να εκτιμήσει αυτό που από καιρό είχε διαφανεί: ότι η συμμετοχή στο πρόγραμμα μετακύλισης ελληνικών ομολόγων, παρά την αισιοδοξία του Βενιζέλου και του Νταλάρα (εμπνευστή του προγράμματος), δεν θα έχει σημαντική ανταπόκριση.
Σημειωτέον ότι, λόγω μειωμένης προσφοράς, το εν λόγω πρόγραμμα έχει ήδη επεκταθεί από τον αρχικό σχεδιασμό κατά τέσσερα χρόνια αυξάνοντας το κόστος για τις ελληνικές τράπεζες, αλλά χωρίς να αποδώσει κάτι αξιοσημείωτο στο σύνολο του εγχειρήματος.
Τα ερωτήματα που προκύπτουν είναι πολλά και, δυστυχώς, πολύ απλά. Ας σταθούμε σε δύο:
● Όταν η Ελλάδα συνυπέγραφε τη συμφωνία της 21ης Ιουλίου, γνώριζε ότι περιελάμβανε και θέμα εγγυήσεων. Πώς τώρα θεωρεί ότι η απαίτηση αυτή ήταν ξαφνική και γιατί πιστεύει (;) ότι μπορεί να τη διαχειριστεί με επιστολές και παρακάλια; Αφού την υπέγραψε!
● Όταν η Γερμανία υπέγραφε την ίδια συμφωνία, ήξερε πού βάζει την υπογραφή της. Πώς σήμερα ο εκπρόσωπος του Σόιμπλε αφήνει να εννοηθεί ότι η συμφωνία επί των... υπογεγραμμένων απαιτήσεων είναι εις βάρος των υπολοίπων χωρών που θα συμμετάσχουν στον νέο δανεισμό;
Ευρωομόλογο χωρίς την Ελλάδα;
Και κάτι τελευταίο, που μας κέντρισε το ενδιαφέρον την περασμένη εβδομάδα:
Γράφει ένας αναλυτής στους Financial Times, προκειμένου να αποδείξει γιατί το ευρωομόλογο είναι η μόνη λύση στο πρόβλημα της κρίσης χρέους της ευρωζώνης και πρέπει να εφαρμοστεί ακόμη και... χωρίς τη συμμετοχή της Γερμανίας:
«Για τη συνολική έκδοση eurobonds θα μπορούσε να αποφασίζει μια επαρκής πλειοψηφία. Θα μπορούσαν να μπουν όρια στα κοινά ομόλογα, για παράδειγμα με την εισαγωγή γαλάζιων (ενιαίων) και ερυθρών (εθνικών) ομολόγων, όπως τα έχει προτείνει το think tank Bruegel. Η εξυπηρέτηση του κόστους δανεισμού θα μπορούσε να διαφοροποιηθεί με χρέωση των κρατών αναλόγων με το μερίδιό τους στον δανεισμό.
(...) Η λύση είναι να μείνει το Βερολίνο απ' έξω. Ας δούμε την ευρωζώνη χωρίς τη Γερμανία και όσους σκέφτονται ανάλογα – Ολλανδία, Αυστρία, Φινλανδία και Σλοβακία. Ας εξαιρέσουμε επίσης την Ελλάδα, που σε κάθε περίπτωση χρειάζεται ειδική μεταχείριση. Οι υπόλοιπες 11χώρες μπορούν να δημιουργήσουν μια αγορά ομολόγων 3.500 δισ. ευρώ με μακροοικονομικά μεγέθη που θα είναι πολύ λίγο μόνο χειρότερα από εκείνα του συνόλου της ευρωζώνης».
Δηλαδή; Την ώρα που η ελληνική κυβέρνηση διεκδικεί πάση θυσία το ευρωομόλογο – ανεξαρτήτως του αν αυτό είναι λύση, κάτι που αμφισβητείται πολύ στα σοβαρά – τρέχουν δημοσίως σενάρια περί... μη συμμετοχής της χώρας μας. Γιατί; Διότι «η Ελλάδα, σε κάθε περίπτωση, χρειάζεται ειδική μεταχείριση».
Θυμάστε πόσους μήνες νωρίτερα το εγκυρότατο ρεπορτάζ του «Π» προειδοποιούσε ότι η Ελλάδα είναι για τους Ευρωπαίους, μεταξύ των χρεοκοπημένων PIIGS του Νότου, «μια κατηγορία μόνη της»; Αν κρίνουμε από το ρεσιτάλ επεισοδίων, δηλώσεων, εκτιμήσεων, αναλύσεων και σεναρίων που υπογραμμίζουν την πλήρη ελληνική αναξιοπιστία – όχι μόνο σε οικονομικό, αλλά και σε πολιτικό επίπεδο – τότε μάλλον δεν δικαιούμαστε να είμαστε αισιόδοξοι.
Κι αυτό δεν οφείλεται – όπως πολλοί συνεχίζουν να ισχυρίζονται – σε κάποια διεθνή συνωμοσία, αλλά στη σκληρή πραγματικότητα της χώρας και του μοντέλου διαχείρισής της όχι μόνο στο παρελθόν, αλλά και τώρα, την κρισιμότερη περίοδο της σύγχρονης Ιστορίας της...
Είχαμε δεν είχαμε, ξαναμπήκαμε στο επίκεντρο των σεναρίων περί χρεοκοπίας. Η χθεσινή έκθεση της Standard & Poor's που προβλέπει χρεοκοπία της Ελλάδας έως το τέλος του 2011 ήταν, από λίγο έως πολύ αναμενόμενη. Άλλωστε οι οίκοι αξιολόγησης κρατούσαν ανοιχτό το ενδεχόμενο να θεωρήσουν χρεοκοπία την εφαρμογή της περίφημης συμφωνίας της 21ης Ιουλίου κατά το σκέλος της συμμετοχής ιδιωτών στην υποτιθέμενη «λύση» για το ελληνικό χρέος.
Το επιχείρημα της S&P είναι ότι η εφαρμογή του σχεδίου επιφέρει μείωση του χρέους. Άρα... χρεοκοπία.
Από δίπλα μάς την έπεσε η Moody's λέγοντας ότι οι συμφωνίες περί εγγυήσεων εκ μέρους της Ελλάδας προς χώρες οι οποίες θα μας δανείσουν στο πλαίσιο του δεύτερου πακέτου «στήριξης» είναι επικίνδυνες και μπορεί να καθυστερήσουν όχι μόνο το νέο δάνειο, αλλά και την έκτη δόση του τρέχοντος.
Ο εν λόγω οίκος δεν λέει ό,τι του κατέβει, αφού το ίδιο ακριβώς υποστηρίζει και ο επικεφαλής της Κεντρικής Τράπεζας της Αυστρίας και μέλος του Δ.Σ. της ΕΚΤ Έβαλντ Νοβότνι, ο οποίος ανησυχεί, μάλιστα, ότι οι αλλαγές που αφορούν τον προσωρινό μηχανισμό «στήριξης» (EFSF) δεν θα εγκριθούν εγκαίρως από τα κοινοβούλια των χωρών της Ευρωζώνης.
Από δίπλα έχουμε όλο τον ντόρο που δημιούργησε η πρωτοφανής συμφωνία Ελλάδας και Φινλανδίας για την παροχή ισόποσων χρηματικών εγγυήσεων από τη χώρα μας έναντι του μεριδίου των Φινλανδών στο νέο δάνειο.
Η συμφωνία αυτή επέφερε ανάλογες απαιτήσεις κι από άλλες χώρες δημιουργώντας εκ των πραγμάτων δύο κατηγορίες δανειστών και επί της ουσίας υποχρεώνοντας την Ελλάδα να συνεισφέρει η ίδια τα περισσότερα χρήματα (που δεν έχει) για την υποτιθέμενη «διάσωσή» της – υπολογίστε ακόμη το κόστος για τις ελληνικές τράπεζες από τη μετακύλιση ομολόγων, το ξεπούλημα της ελληνικής περιουσίας που θα πάει κατευθείαν στις τσέπες των δανειστών και τα λεφτά του Μεσοπρόθεσμου, που θα έχουν την ίδια «τύχη», και το συμπέρασμα είναι αβίαστο: οι Έλληνες θα χρηματοδοτήσουν τον νέο δανεισμό.
Την ίδια ώρα η Bundesbank έρχεται να εκτιμήσει αυτό που από καιρό είχε διαφανεί: ότι η συμμετοχή στο πρόγραμμα μετακύλισης ελληνικών ομολόγων, παρά την αισιοδοξία του Βενιζέλου και του Νταλάρα (εμπνευστή του προγράμματος), δεν θα έχει σημαντική ανταπόκριση.
Σημειωτέον ότι, λόγω μειωμένης προσφοράς, το εν λόγω πρόγραμμα έχει ήδη επεκταθεί από τον αρχικό σχεδιασμό κατά τέσσερα χρόνια αυξάνοντας το κόστος για τις ελληνικές τράπεζες, αλλά χωρίς να αποδώσει κάτι αξιοσημείωτο στο σύνολο του εγχειρήματος.
Τα ερωτήματα που προκύπτουν είναι πολλά και, δυστυχώς, πολύ απλά. Ας σταθούμε σε δύο:
● Όταν η Ελλάδα συνυπέγραφε τη συμφωνία της 21ης Ιουλίου, γνώριζε ότι περιελάμβανε και θέμα εγγυήσεων. Πώς τώρα θεωρεί ότι η απαίτηση αυτή ήταν ξαφνική και γιατί πιστεύει (;) ότι μπορεί να τη διαχειριστεί με επιστολές και παρακάλια; Αφού την υπέγραψε!
● Όταν η Γερμανία υπέγραφε την ίδια συμφωνία, ήξερε πού βάζει την υπογραφή της. Πώς σήμερα ο εκπρόσωπος του Σόιμπλε αφήνει να εννοηθεί ότι η συμφωνία επί των... υπογεγραμμένων απαιτήσεων είναι εις βάρος των υπολοίπων χωρών που θα συμμετάσχουν στον νέο δανεισμό;
Ευρωομόλογο χωρίς την Ελλάδα;
Και κάτι τελευταίο, που μας κέντρισε το ενδιαφέρον την περασμένη εβδομάδα:
Γράφει ένας αναλυτής στους Financial Times, προκειμένου να αποδείξει γιατί το ευρωομόλογο είναι η μόνη λύση στο πρόβλημα της κρίσης χρέους της ευρωζώνης και πρέπει να εφαρμοστεί ακόμη και... χωρίς τη συμμετοχή της Γερμανίας:
«Για τη συνολική έκδοση eurobonds θα μπορούσε να αποφασίζει μια επαρκής πλειοψηφία. Θα μπορούσαν να μπουν όρια στα κοινά ομόλογα, για παράδειγμα με την εισαγωγή γαλάζιων (ενιαίων) και ερυθρών (εθνικών) ομολόγων, όπως τα έχει προτείνει το think tank Bruegel. Η εξυπηρέτηση του κόστους δανεισμού θα μπορούσε να διαφοροποιηθεί με χρέωση των κρατών αναλόγων με το μερίδιό τους στον δανεισμό.
(...) Η λύση είναι να μείνει το Βερολίνο απ' έξω. Ας δούμε την ευρωζώνη χωρίς τη Γερμανία και όσους σκέφτονται ανάλογα – Ολλανδία, Αυστρία, Φινλανδία και Σλοβακία. Ας εξαιρέσουμε επίσης την Ελλάδα, που σε κάθε περίπτωση χρειάζεται ειδική μεταχείριση. Οι υπόλοιπες 11χώρες μπορούν να δημιουργήσουν μια αγορά ομολόγων 3.500 δισ. ευρώ με μακροοικονομικά μεγέθη που θα είναι πολύ λίγο μόνο χειρότερα από εκείνα του συνόλου της ευρωζώνης».
Δηλαδή; Την ώρα που η ελληνική κυβέρνηση διεκδικεί πάση θυσία το ευρωομόλογο – ανεξαρτήτως του αν αυτό είναι λύση, κάτι που αμφισβητείται πολύ στα σοβαρά – τρέχουν δημοσίως σενάρια περί... μη συμμετοχής της χώρας μας. Γιατί; Διότι «η Ελλάδα, σε κάθε περίπτωση, χρειάζεται ειδική μεταχείριση».
Θυμάστε πόσους μήνες νωρίτερα το εγκυρότατο ρεπορτάζ του «Π» προειδοποιούσε ότι η Ελλάδα είναι για τους Ευρωπαίους, μεταξύ των χρεοκοπημένων PIIGS του Νότου, «μια κατηγορία μόνη της»; Αν κρίνουμε από το ρεσιτάλ επεισοδίων, δηλώσεων, εκτιμήσεων, αναλύσεων και σεναρίων που υπογραμμίζουν την πλήρη ελληνική αναξιοπιστία – όχι μόνο σε οικονομικό, αλλά και σε πολιτικό επίπεδο – τότε μάλλον δεν δικαιούμαστε να είμαστε αισιόδοξοι.
Κι αυτό δεν οφείλεται – όπως πολλοί συνεχίζουν να ισχυρίζονται – σε κάποια διεθνή συνωμοσία, αλλά στη σκληρή πραγματικότητα της χώρας και του μοντέλου διαχείρισής της όχι μόνο στο παρελθόν, αλλά και τώρα, την κρισιμότερη περίοδο της σύγχρονης Ιστορίας της...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου