Ολοι μπορούν να πουλήσουν κάποια στιγμή την ψυχή τους στον Διάβολο. Κάποιοι όμως, λίγοι ή πολλοί, καταλαβαίνουν κάποτε ότι το διάφορο είναι ασύμφορο. Ξεσηκωμένοι τότε και χαρούμενοι κατατάσσονται στον ίδιο λόχο με τον Αμλετ και τον Καραϊσκάκη. Κι έρχονται (ολοφώτιστοι) βαλείν μάχαιρα (ολοφώτιστη)...
Η Ελλάδα θα βγει απ' την παρακμή. Διότι και τέκνα έχει, και θεούς, και ποιητές, που ξέρουν από γράμματα, γρόσια κι άρματα...
Δεν είναι η χώρα αυτή του Πεταλωτή ή του Γιωργάκη. Εχει στα φτερά της πολλούς αγγέλους, πολλούς αντάρτες, πολλά καράβια, πολλά αγάλματα, πολλές Λάκαινες, για να της πάρουν τη γη και το νερό οι τόκοι και τα επιτόκια...
Ο Σεπτέμβρης είναι ο «μήνας μου» -οι παλιοί αναγνώστες ίσως να θυμούνται κάποιους σχετικούς «ναυτίλους», όμως φέτος ο Σεπτέμβρης ελαύνει σκαιός.
Ζοφερός -δείχνει να μην έχει χώρο για πρόσωπα, αλλά εντάλματα, εντολές, εισφορές, χαράτσια, ντιρεκτίβες για όλους- όλους; Οχι ακριβώς! Οχι για τους Δυνατούς, ούτε τους πονηρούς, αλλά για τους πολλούς, τους απλούς, αυτούς που πάνε με τον σταυρό στο χέρι ελπίζοντας ότι οι πτωχοί τω πνεύματι θα δουν κάποτε το πρόσωπο του Θεού.
Φέτος ο Σεπτέμβρης φθάνει στην επικράτεια της Σιδερένιας Φτέρνας και είναι αναλόγως υποχρεωμένος να φερθεί ως μισθοφόρος, παλιοσειρά πεμπτοφαλαγγίτης, φονιάς αποδεκατιστής. Εσύ άνεργος, εσύ φέρε τον μισό σου μισθό, εσύ εργασιακή εφεδρεία με το 60% του μισού σου πλέον μισθού.
Ωσπου να απολυθείς...
Παλιότερα, άλλες χρονιές υπό το γλυκό σεληνόφως του Σεπτεμβρίου το πολύ να σε ανησυχούσε, αλλά απλώς να σε ανησυχούσε λιγάκι, αυτή η απροσδιόριστη σκιά στον κήπο, που, τις νύχτες του Σεπτέμβρη, κλώθει. Κλώθει το νήμα της, λευκό, κόκκινο, γαλάζιο -δεν ξέρεις· αλλά μόνον αυτό σε ανησυχεί, το χρώμα.
Τι χρώμα να 'ναι και τι νερό πίνει;
Το άσπρο πίνει απ' την πηγή και το κόκκινο εμφιαλωμένο;- τέτοιες μικρές μαντεψιές.
Το πολύ.
Κι αν πέσεις έξω μικρό το κακό.
Οσο κάνουν οι πευκοβελόνες, όταν τις σέρνει ο άνεμος πάνω στο τσιμέντο των δρόμων στο χωριό...
Μικρό το κακό.
Για αυτό κι ο σκύλος στον κήπο δεν ανησυχεί με τη σκιά που κλώθει τα νήματά της τις νύχτες του Σεπτέμβρη - σε μας! σε άλλα σπίτια ίσως άλλους μήνες· κάθε σπίτι και οι σκιές του, οι φωτογραφίες του, οι εικόνες του, τα κειμήλια και τα ενθύμιά του. Ή τα γκάτζετ...
Ομως ο φετεινός Σεπτέμβρης έρχεται λαφυραγωγός. Ερχεται να βουτήξει κειμήλια, να τσεπώσει εικόνες, να προγκήξει τους μικρούς εφέστιους θεού του κάθε οίκου.
Είναι Σεπτέμβρης μισθοφόρος του Γιωργάκη, ληστής τροϊκανός, εγγλέζος πειρατής, ολλανδός έμπορος, φράγκος σταυροφόρος, τούρκος γαζής τσέτης και κατσαπλιάς.
Με άδεια εισόδου στα σπίτια σας. Κι ένταλμα συλλήψεως των ονείρων και των ελπίδων, έτσι που ο λαός να μείνει ορφανός, άλαλος -αλλοίμονο σε όποιον δεν έχει φορολογική ενημερότητα ουαί τοις ηττημένοις που δεν θα έχουν σέντζι για τον φόρο επιτηδεύματος- τρίτης κατηγορίας άνθρωποι: τεμπέληδες! έλληνες τεμπέληδες, ανίκανοι και διεφθαρμένοι.
Ουκ έστιν οδός για μας, παρά μόνον ο μονόδρομος που τον φυλάνε γενίτσαροι γραικύλοι και ραγιάδες, ώσπου να φθάσουμε στον προορισμό μας: στα γκισέ και τα ταμεία.
Αυτό είναι η ζωή, αυτό σκεφτόμαστε όλη μέρα, αυτό μας κατατρύχει και μας καταθλίβει: τα φράγκα! πώς θα τα βγάλουμε πέρα!
Οι τρεις σταυροί στον κήπο, δικέ μου, ή μέσα στο τριαράκι σου, με νοίκιο ή δικό σου, ποσώς. Τα φράγκα, για να μη σε πετάξει έξω ο Σεπτέμβρης.
Ή ο Οκτώβρης.
Ή ο Φλεβάρης.
Ο καθείς κι ο μήνας του. Και η αγωνία του για το πότε θα ανέβει στον σταυρό του, πότε θα δει τους δικούς του να ανεβαίνουν στους τρεις σταυρούς...
...εδώ στη νεκρή ζωή της Ευρωζώνης.
Ετσι καθώς ανεπαισθήτως αλλά και επαίσχυντα, από ελεύθεροι πολιορκημένοι που υπήρξαμε στις καλύτερες στιγμές μας, ξεπέσαμε σε κρέας για τα κανόνια των πρασινοφρουρών, πελάτες των τραπεζών, θύματα της διαφήμισης -ποιοι; εμείς!
Εμείς που πάψαμε εδώ και αιώνες να είμαστε κορίτσια κι αγόρια δεκαοχτώ χρονώ...
ΣΤΑΘΗΣ Σ.
Η Ελλάδα θα βγει απ' την παρακμή. Διότι και τέκνα έχει, και θεούς, και ποιητές, που ξέρουν από γράμματα, γρόσια κι άρματα...
Δεν είναι η χώρα αυτή του Πεταλωτή ή του Γιωργάκη. Εχει στα φτερά της πολλούς αγγέλους, πολλούς αντάρτες, πολλά καράβια, πολλά αγάλματα, πολλές Λάκαινες, για να της πάρουν τη γη και το νερό οι τόκοι και τα επιτόκια...
Ο Σεπτέμβρης είναι ο «μήνας μου» -οι παλιοί αναγνώστες ίσως να θυμούνται κάποιους σχετικούς «ναυτίλους», όμως φέτος ο Σεπτέμβρης ελαύνει σκαιός.
Ζοφερός -δείχνει να μην έχει χώρο για πρόσωπα, αλλά εντάλματα, εντολές, εισφορές, χαράτσια, ντιρεκτίβες για όλους- όλους; Οχι ακριβώς! Οχι για τους Δυνατούς, ούτε τους πονηρούς, αλλά για τους πολλούς, τους απλούς, αυτούς που πάνε με τον σταυρό στο χέρι ελπίζοντας ότι οι πτωχοί τω πνεύματι θα δουν κάποτε το πρόσωπο του Θεού.
Φέτος ο Σεπτέμβρης φθάνει στην επικράτεια της Σιδερένιας Φτέρνας και είναι αναλόγως υποχρεωμένος να φερθεί ως μισθοφόρος, παλιοσειρά πεμπτοφαλαγγίτης, φονιάς αποδεκατιστής. Εσύ άνεργος, εσύ φέρε τον μισό σου μισθό, εσύ εργασιακή εφεδρεία με το 60% του μισού σου πλέον μισθού.
Ωσπου να απολυθείς...
Παλιότερα, άλλες χρονιές υπό το γλυκό σεληνόφως του Σεπτεμβρίου το πολύ να σε ανησυχούσε, αλλά απλώς να σε ανησυχούσε λιγάκι, αυτή η απροσδιόριστη σκιά στον κήπο, που, τις νύχτες του Σεπτέμβρη, κλώθει. Κλώθει το νήμα της, λευκό, κόκκινο, γαλάζιο -δεν ξέρεις· αλλά μόνον αυτό σε ανησυχεί, το χρώμα.
Τι χρώμα να 'ναι και τι νερό πίνει;
Το άσπρο πίνει απ' την πηγή και το κόκκινο εμφιαλωμένο;- τέτοιες μικρές μαντεψιές.
Το πολύ.
Κι αν πέσεις έξω μικρό το κακό.
Οσο κάνουν οι πευκοβελόνες, όταν τις σέρνει ο άνεμος πάνω στο τσιμέντο των δρόμων στο χωριό...
Μικρό το κακό.
Για αυτό κι ο σκύλος στον κήπο δεν ανησυχεί με τη σκιά που κλώθει τα νήματά της τις νύχτες του Σεπτέμβρη - σε μας! σε άλλα σπίτια ίσως άλλους μήνες· κάθε σπίτι και οι σκιές του, οι φωτογραφίες του, οι εικόνες του, τα κειμήλια και τα ενθύμιά του. Ή τα γκάτζετ...
Ομως ο φετεινός Σεπτέμβρης έρχεται λαφυραγωγός. Ερχεται να βουτήξει κειμήλια, να τσεπώσει εικόνες, να προγκήξει τους μικρούς εφέστιους θεού του κάθε οίκου.
Είναι Σεπτέμβρης μισθοφόρος του Γιωργάκη, ληστής τροϊκανός, εγγλέζος πειρατής, ολλανδός έμπορος, φράγκος σταυροφόρος, τούρκος γαζής τσέτης και κατσαπλιάς.
Με άδεια εισόδου στα σπίτια σας. Κι ένταλμα συλλήψεως των ονείρων και των ελπίδων, έτσι που ο λαός να μείνει ορφανός, άλαλος -αλλοίμονο σε όποιον δεν έχει φορολογική ενημερότητα ουαί τοις ηττημένοις που δεν θα έχουν σέντζι για τον φόρο επιτηδεύματος- τρίτης κατηγορίας άνθρωποι: τεμπέληδες! έλληνες τεμπέληδες, ανίκανοι και διεφθαρμένοι.
Ουκ έστιν οδός για μας, παρά μόνον ο μονόδρομος που τον φυλάνε γενίτσαροι γραικύλοι και ραγιάδες, ώσπου να φθάσουμε στον προορισμό μας: στα γκισέ και τα ταμεία.
Αυτό είναι η ζωή, αυτό σκεφτόμαστε όλη μέρα, αυτό μας κατατρύχει και μας καταθλίβει: τα φράγκα! πώς θα τα βγάλουμε πέρα!
Οι τρεις σταυροί στον κήπο, δικέ μου, ή μέσα στο τριαράκι σου, με νοίκιο ή δικό σου, ποσώς. Τα φράγκα, για να μη σε πετάξει έξω ο Σεπτέμβρης.
Ή ο Οκτώβρης.
Ή ο Φλεβάρης.
Ο καθείς κι ο μήνας του. Και η αγωνία του για το πότε θα ανέβει στον σταυρό του, πότε θα δει τους δικούς του να ανεβαίνουν στους τρεις σταυρούς...
...εδώ στη νεκρή ζωή της Ευρωζώνης.
Ετσι καθώς ανεπαισθήτως αλλά και επαίσχυντα, από ελεύθεροι πολιορκημένοι που υπήρξαμε στις καλύτερες στιγμές μας, ξεπέσαμε σε κρέας για τα κανόνια των πρασινοφρουρών, πελάτες των τραπεζών, θύματα της διαφήμισης -ποιοι; εμείς!
Εμείς που πάψαμε εδώ και αιώνες να είμαστε κορίτσια κι αγόρια δεκαοχτώ χρονώ...
ΣΤΑΘΗΣ Σ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου