Tου Nικου Γ. Ξυδακη
Το ερώτημα ετέθη βίαια, ενόσω η κρίση ανεδύετο απειλητική και σκοτεινή, σχεδόν ακατανόητη ως προς τι θα μπορούσε να φέρει στις ζωές μας. Πώς γράφουμε για την κρίση; Εφόσον γράφεις δημοσίως, οφείλεις πάραυτα να αφηγηθείς την κρίση: πώς επελαύνει και μορφοποιείται σταδιακά ως μόνιμο χαρακτηριστικό του βίου, πώς αλλάζει την πολιτική ατζέντα, πώς αλλάζει τις εννοιολογήσεις, πώς κλονίζει τις βεβαιότητες, πώς πυροδοτεί παθιασμένες ή απελπισμένες συζητήσεις, ακόμη και πώς διαιρεί παρέες και ανθρώπινα σύνολα.
Υπέρ ή εναντίον του Μνημονίου; Αυτό το διχαστικό ερώτημα ταλανίζει τους Ελληνες ενάμιση χρόνο τώρα και κυριάρχησε στη δημόσια συζήτηση. Πολλοί στοιχήθηκαν πίσω από το Υπέρ ή το Εναντίον. Αλλοι, εξίσου σαστισμένοι, στάθηκαν παράμερα. Μερικοί προσπάθησαν να δουν μετά το Μνημόνιο: τι κοινωνία θα διαμορφωθεί. Δυστυχώς, όλοι πια, ακόμη και οι πιο αισιόδοξοι, βλέπουν ήδη μπροστά τους φτωχοποίηση, χρεοκοπία, υποτέλεια, ταπείνωση.
Πώς μιλάς δημοσίως για τους φόβους και τα βάσανα του λαού σου, ενώπιον μεγάλου ακροατηρίου, δυνάμει εθνικού; Η κατάσταση εκτάκτου ανάγκης θέτει έκτακτα καθήκοντα, βαριά. Ασφαλώς οφείλεις να είσαι ειλικρινής, όπως πάντα, να αφουγκράζεσαι το κοινό αίσθημα και όχι να μεταφέρεις άκριτα πληροφορίες, οι οποίες χωρίς εξήγηση, εκτός συμφραζομένων, μπορεί να δράσουν τρομοκρατικά. Οφείλεις να ζυγίζεις διπλά και τριπλά τις λέξεις, ο κόσμος περιμένει ν’ ακούσει κάτι, για να μορφώσει γνώμη και να ρυθμίσει στάση βίου. Βαριά η ευθύνη.
Εδώ αναρωτιέσαι για τα όρια της παρρησίας: τα λες όλα; Στη δημοσιογραφική πρακτική, συχνά γνωρίζεις κάποιες πληροφορίες, από πηγές μη κατονομαζόμενες, που βοηθούν να συνθέσεις μια ευρύτερη εικόνα, να ερμηνεύσεις κινήσεις, να αξιολογήσεις προθέσεις. Ομως, αυτές τις πληροφορίες και αυτές τις πηγές δεν μπορείς να τις επικαλεσθείς. Αρα το γραπτό σου πρέπει να προκύψει σαν συλλογισμός, με λογικά επιχειρήματα και συμπεράσματα, και όχι σαν απόρροια αυτών των κρυφών, των ου φωνητών πληροφοριών. Αυτή είναι η τέχνη της δημόσιας γραφής: να είσαι πειστικός, να είσαι ειλικρινής, να είσαι χρήσιμος, χωρίς όμως να σπείρεις τον πανικό. Δεν είναι εύκολη υπόθεση να εντοπίζεις τη λεπτή γραμμή που χωρίζει την ευθύνη από την αποσιώπηση, ανάμεσα στην ελεύθερη διακίνηση ειδήσεων και απόψεων και την αυτολογοκρισία. Ιδού άλλη μια τέχνη του δημοσιολογούντος: η αυτολογοκρισία.
Σε καιρό κρίσης, με τον χρόνο πυκνό, τα ερωτήματα πέφτουν βροχή ζητώντας άμεσες, ασπρόμαυρες απαντήσεις: ναι - όχι, σωστό - λάθος. Και εξηγήσεις αναλόγως μονόμπαντες και ισοπεδωτικές: φταίμε όλοι, μαζί τα φάγαμε. Αφού φταίνε όλοι, δεν φταίει κανείς… Η ενοχοποίηση των πάντων ήταν ένας πρώτος μηχανισμός που αποπροσανατόλισε πολύ κόσμο και τον καθυστέρησε από το να σκεφτεί καθαρά και να δράσει. Πολύς χρόνος σπαταλήθηκε στον διχασμό, και ο διχασμός κρατάει γερά ακόμη.
Κατόπιν ήρθε η ρητορική τού «όποιος και να ήτανε, τα ίδια θα έκανε». Εδώ υποκρύπτεται το θατσερικής καταγωγής σύνδρομο ΤΙΝΑ (there is no alternative), δεν υπάρχει καμία εναλλακτική, το οποίο σημαίνει την αβουλία και την αλαλία, την έκλειψη της πολιτικής βούλησης και πράξης ενώπιον της αδήριτης πραγματικότητας των αγορών. Τρίτο σκαλί, τελευταίο, στην κυρίαρχη ρητορική: «Φταίνε οι άλλοι, φταίνε οι ξένοι»… Πάλι δεν φταίει κανένας. Και περαιτέρω: η κρίση είναι φυσικό φαινόμενο, σαν τον σεισμό, κανείς δεν μπορεί να κατηγορήσει κανέναν.
Τι λες για όλα αυτά; Βρισκόμαστε στο πεδίο της ηθικής. Και στο πεδίο της πολιτικής φιλοσοφίας. Για να αφηγηθείς την κρίση, πρέπει να πάρεις θέση, θέση παρατηρητή, όχι αναγκαστικά θέση μαχητή. Αλλά ακόμη και η θέση παρατήρησης που θα επιλέξεις επηρεάζει κι εσένα τον παρατηρητή, επηρεάζει και το παρατηρούμενο. Η γωνία θέασης διαμορφώνει τη θέαση. Και τη φόρμα.
Πάνω στην κόψη του καιρού, πρέπει διαρκώς να αποφασίζεις: τι θα γράψεις, από ποια σκοπιά, με τι τρόπο. Θα εναντιωθείς στην κυρίαρχη ρητορική, εφόσον ψεύδεται; Θα πάρεις το μέρος του αδύναμου; Θα μείνεις μόνο σε ψυχρά ρεαλιστικά επιχειρήματα ή θα προσφύγεις και στην ενσυναίσθηση, τη συμμετοχή στον πόνο του άλλου; Θα αφεθείς σε έναν ορισμένο συναισθηματικό τρόπο, παλμογραφώντας τον αναγνώστη, τον διαρκή συνομιλητή, αντηχώντας το κοινό αίσθημα; Θα αφήσεις να φανούν η δική σου απαισιοδοξία, ο πεσιμισμός, η μελαγχολία, και να μαυρίσουν τον ήδη σκοτεινό αναγνώστη; Ή θα του ανοίξεις μια χαραμάδα αισιοδοξίας, αυτοπεποίθησης, περηφάνιας;
Η κρίση δοκιμάζει τους γραφιάδες. Τους φέρνει στα όριά τους, διανοητικά, ηθικά, ψυχικά. Ολους μάς δοκιμάζει. Η ιστορία θα κρίνει τις αφηγήσεις μας.
Το ερώτημα ετέθη βίαια, ενόσω η κρίση ανεδύετο απειλητική και σκοτεινή, σχεδόν ακατανόητη ως προς τι θα μπορούσε να φέρει στις ζωές μας. Πώς γράφουμε για την κρίση; Εφόσον γράφεις δημοσίως, οφείλεις πάραυτα να αφηγηθείς την κρίση: πώς επελαύνει και μορφοποιείται σταδιακά ως μόνιμο χαρακτηριστικό του βίου, πώς αλλάζει την πολιτική ατζέντα, πώς αλλάζει τις εννοιολογήσεις, πώς κλονίζει τις βεβαιότητες, πώς πυροδοτεί παθιασμένες ή απελπισμένες συζητήσεις, ακόμη και πώς διαιρεί παρέες και ανθρώπινα σύνολα.
Υπέρ ή εναντίον του Μνημονίου; Αυτό το διχαστικό ερώτημα ταλανίζει τους Ελληνες ενάμιση χρόνο τώρα και κυριάρχησε στη δημόσια συζήτηση. Πολλοί στοιχήθηκαν πίσω από το Υπέρ ή το Εναντίον. Αλλοι, εξίσου σαστισμένοι, στάθηκαν παράμερα. Μερικοί προσπάθησαν να δουν μετά το Μνημόνιο: τι κοινωνία θα διαμορφωθεί. Δυστυχώς, όλοι πια, ακόμη και οι πιο αισιόδοξοι, βλέπουν ήδη μπροστά τους φτωχοποίηση, χρεοκοπία, υποτέλεια, ταπείνωση.
Πώς μιλάς δημοσίως για τους φόβους και τα βάσανα του λαού σου, ενώπιον μεγάλου ακροατηρίου, δυνάμει εθνικού; Η κατάσταση εκτάκτου ανάγκης θέτει έκτακτα καθήκοντα, βαριά. Ασφαλώς οφείλεις να είσαι ειλικρινής, όπως πάντα, να αφουγκράζεσαι το κοινό αίσθημα και όχι να μεταφέρεις άκριτα πληροφορίες, οι οποίες χωρίς εξήγηση, εκτός συμφραζομένων, μπορεί να δράσουν τρομοκρατικά. Οφείλεις να ζυγίζεις διπλά και τριπλά τις λέξεις, ο κόσμος περιμένει ν’ ακούσει κάτι, για να μορφώσει γνώμη και να ρυθμίσει στάση βίου. Βαριά η ευθύνη.
Εδώ αναρωτιέσαι για τα όρια της παρρησίας: τα λες όλα; Στη δημοσιογραφική πρακτική, συχνά γνωρίζεις κάποιες πληροφορίες, από πηγές μη κατονομαζόμενες, που βοηθούν να συνθέσεις μια ευρύτερη εικόνα, να ερμηνεύσεις κινήσεις, να αξιολογήσεις προθέσεις. Ομως, αυτές τις πληροφορίες και αυτές τις πηγές δεν μπορείς να τις επικαλεσθείς. Αρα το γραπτό σου πρέπει να προκύψει σαν συλλογισμός, με λογικά επιχειρήματα και συμπεράσματα, και όχι σαν απόρροια αυτών των κρυφών, των ου φωνητών πληροφοριών. Αυτή είναι η τέχνη της δημόσιας γραφής: να είσαι πειστικός, να είσαι ειλικρινής, να είσαι χρήσιμος, χωρίς όμως να σπείρεις τον πανικό. Δεν είναι εύκολη υπόθεση να εντοπίζεις τη λεπτή γραμμή που χωρίζει την ευθύνη από την αποσιώπηση, ανάμεσα στην ελεύθερη διακίνηση ειδήσεων και απόψεων και την αυτολογοκρισία. Ιδού άλλη μια τέχνη του δημοσιολογούντος: η αυτολογοκρισία.
Σε καιρό κρίσης, με τον χρόνο πυκνό, τα ερωτήματα πέφτουν βροχή ζητώντας άμεσες, ασπρόμαυρες απαντήσεις: ναι - όχι, σωστό - λάθος. Και εξηγήσεις αναλόγως μονόμπαντες και ισοπεδωτικές: φταίμε όλοι, μαζί τα φάγαμε. Αφού φταίνε όλοι, δεν φταίει κανείς… Η ενοχοποίηση των πάντων ήταν ένας πρώτος μηχανισμός που αποπροσανατόλισε πολύ κόσμο και τον καθυστέρησε από το να σκεφτεί καθαρά και να δράσει. Πολύς χρόνος σπαταλήθηκε στον διχασμό, και ο διχασμός κρατάει γερά ακόμη.
Κατόπιν ήρθε η ρητορική τού «όποιος και να ήτανε, τα ίδια θα έκανε». Εδώ υποκρύπτεται το θατσερικής καταγωγής σύνδρομο ΤΙΝΑ (there is no alternative), δεν υπάρχει καμία εναλλακτική, το οποίο σημαίνει την αβουλία και την αλαλία, την έκλειψη της πολιτικής βούλησης και πράξης ενώπιον της αδήριτης πραγματικότητας των αγορών. Τρίτο σκαλί, τελευταίο, στην κυρίαρχη ρητορική: «Φταίνε οι άλλοι, φταίνε οι ξένοι»… Πάλι δεν φταίει κανένας. Και περαιτέρω: η κρίση είναι φυσικό φαινόμενο, σαν τον σεισμό, κανείς δεν μπορεί να κατηγορήσει κανέναν.
Τι λες για όλα αυτά; Βρισκόμαστε στο πεδίο της ηθικής. Και στο πεδίο της πολιτικής φιλοσοφίας. Για να αφηγηθείς την κρίση, πρέπει να πάρεις θέση, θέση παρατηρητή, όχι αναγκαστικά θέση μαχητή. Αλλά ακόμη και η θέση παρατήρησης που θα επιλέξεις επηρεάζει κι εσένα τον παρατηρητή, επηρεάζει και το παρατηρούμενο. Η γωνία θέασης διαμορφώνει τη θέαση. Και τη φόρμα.
Πάνω στην κόψη του καιρού, πρέπει διαρκώς να αποφασίζεις: τι θα γράψεις, από ποια σκοπιά, με τι τρόπο. Θα εναντιωθείς στην κυρίαρχη ρητορική, εφόσον ψεύδεται; Θα πάρεις το μέρος του αδύναμου; Θα μείνεις μόνο σε ψυχρά ρεαλιστικά επιχειρήματα ή θα προσφύγεις και στην ενσυναίσθηση, τη συμμετοχή στον πόνο του άλλου; Θα αφεθείς σε έναν ορισμένο συναισθηματικό τρόπο, παλμογραφώντας τον αναγνώστη, τον διαρκή συνομιλητή, αντηχώντας το κοινό αίσθημα; Θα αφήσεις να φανούν η δική σου απαισιοδοξία, ο πεσιμισμός, η μελαγχολία, και να μαυρίσουν τον ήδη σκοτεινό αναγνώστη; Ή θα του ανοίξεις μια χαραμάδα αισιοδοξίας, αυτοπεποίθησης, περηφάνιας;
Η κρίση δοκιμάζει τους γραφιάδες. Τους φέρνει στα όριά τους, διανοητικά, ηθικά, ψυχικά. Ολους μάς δοκιμάζει. Η ιστορία θα κρίνει τις αφηγήσεις μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου