Τα μάτια ολόκληρης της Ευρώπης είναι στραμμένα στη Γερμανία εδώ και πολύ καιρό. Η επιμονή των Γερμανών να ελέγξουν πλήρως την πολιτική και την οικονομική ατζέντα του μέλλοντος προκαλεί πολλαπλές και συχνά ένθερμες συζητήσεις, σ' ένα πλαίσιο εντός του οποίου όλο και συχνότερα γίνεται αναφορά στο πρόβλημα της δημοκρατικής νομιμοποίησης των δημοσιονομικών και εργασιακών μεταβολών που απαιτούν προκειμένου να δώσουν το πράσινο φως για τη χρηματοδοτική υποστήριξη των αδύναμων χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Τι συνέβαινε, ωστόσο, από την άποψη της δημοκρατικής νομιμότητας στη Γερμανία αμέσως μετά το τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, όταν η χώρα έβγαινε καθημαγμένη από μια πολυαίμακτη σύγκρουση, η οποία της κόστισε και μια τεράστια εθνική ταπείνωση, με τους νικητές να απαιτούν από τους ηττημένους όχι μόνο δυσβάστακτες οικονομικά επανορθώσεις, αλλά και σημαντικό περιορισμό των εδαφών τους, ο οποίος θα έπρεπε να συνοδευτεί από την παράδοση ενός μεγάλου μέρους των βιομηχανικών τους προϊόντων στο εξωτερικό, όπως και από μια γενναία περιστολή του στρατού τους; Αντιμέτωπη με τόσο δυσβάστακτες συνθήκες, η Γερμανία φάνηκε έτοιμη να κάνει τη μεγάλη υπέρβαση: υπό την πίεση της επανάστασης του 1918, η παλαιά γερμανική αυτοκρατορία αναγκάστηκε να εναποθέσει το στέμμα της στα χέρια της δημοκρατίας και του πολυκομματισμού. Το σύνταγμα αυτής της πρωτόφαντης δημοκρατίας γεννήθηκε στη Βαϊμάρη, μια μικρή αλλά ιστορική πόλη της Θουριγγίας, που τίμησαν με τα ονόματά τους ο Γκαίτε, ο Σίλλερ και ο Χέρντερ και κόσμησαν με τη δράση τους, λίγο μετά τη σύνταξη του συντάγματος, ο ιδρυτής του Μπαουχάουζ Βάλτερ Γκρόπιους και οι εμπνευστές του εξπρεσιονισμού Βασίλι Καντίνσκι και Πάουλ Κλέε.
Η δημοκρατία είχε ένα λαμπρό ξεκίνημα στη Βαϊμάρη, αλλά γρήγορα άρχισε να μετατρέπεται σε δίκοπο μαχαίρι: όσο περισσότερο προσπαθούσε να διασφαλίσει την κυριαρχία της τόσο λιγότερο θωρακιζόταν απέναντι στους κινδύνους οι οποίοι προοιωνίζονταν τη διάλυσή της. Την αντιφατική και οδυνηρή αυτή ιστορία μιας δημοκρατίας σε κατάσταση συνεχούς διακινδύνευσης αφηγείται ο γερμανός ιστορικός Heinrich A. Winkler στο βιβλίο του "Βαϊμάρη, Η ανάπηρη δημοκρατία 1918-1933", που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Πόλις σε μετάφραση Άντζης Σαλταμπάση. Σοσιαλδημοκράτης εκ πεποιθήσεως (είναι μέλος του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος), ο Βίνκλερ δείχνει με ποιον τρόπο παγιδεύτηκαν η Σοσιαλδημοκρατία, που ήταν το πιο γνήσιο τέκνο της επανάστασης, αλλά και οι κεντρώες πολιτικές δυνάμεις, που επιδίωκαν έναν ανορθωτικό συνασπισμό μαζί της, σ' έναν φαύλο κύκλο συγκρούσεων μεταξύ Δεξιάς και Αριστεράς, ο οποίος είχε τη χειρότερη δυνατή κατάληξη: το λίκνο της δημοκρατίας δηλητηριάστηκε θανάσιμα από τον ανερχόμενο εθνικοσοσιαλισμό του Χίτλερ και των Ναζί και η Ευρώπη κυλίστηκε για άλλη μια φορά στο αίμα, τον όλεθρο και τον εξανδραποδισμό.
Ο Βίνκλερ μας αφήνει να εννοήσουμε πως η δραματική πτώση της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, θα είχε αποφευχθεί αν οι στυλοβάτες της είχαν φροντίσει να δημιουργήσουν τις ασφαλιστικές δικλείδες που δεν θα επέτρεπαν την κατάρρευσή της (αν, για παράδειγμα, δεν προέβλεπαν τόσες υπερεξουσίες για ένα πρόσωπο σε περίπτωση καθεστώτος εκτάκτου ανάγκης). Δεν το έκαναν: ίσως εξαιτίας των τεράστιων οικονομικών δυσχεριών και της διεθνούς εχθρότητας που αντιμετώπιζε την περίοδο της ισχύος τους η Γερμανία, ίσως, πάλι, εξαιτίας της αδυναμίας τους να κερδίσουν την ιδεολογική και την πολιτική τους ηγεμονία, ποδηγετώντας όσους βρίσκονταν στα αριστερά ή στα δεξιά τους.
Η ιστοριογραφία δεν είναι διδακτικός μύθος ούτε προσφέρει σωτήριες λύσεις για το παρόν. Συμβάλλει, όμως, στην ανάπτυξη της κριτικής γνώσης του παρελθόντος, αποκλείοντας την οποιαδήποτε μονοκόμματη αλήθεια. Κι αυτό είναι σημαντικό, όπως αποδεικνύει το βιβλίο του Βίνκλερ, για την αυτογνωσία όλων μας: Γερμανών, Ελλήνων και υπολοίπων Ευρωπαίων.
Τι συνέβαινε, ωστόσο, από την άποψη της δημοκρατικής νομιμότητας στη Γερμανία αμέσως μετά το τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, όταν η χώρα έβγαινε καθημαγμένη από μια πολυαίμακτη σύγκρουση, η οποία της κόστισε και μια τεράστια εθνική ταπείνωση, με τους νικητές να απαιτούν από τους ηττημένους όχι μόνο δυσβάστακτες οικονομικά επανορθώσεις, αλλά και σημαντικό περιορισμό των εδαφών τους, ο οποίος θα έπρεπε να συνοδευτεί από την παράδοση ενός μεγάλου μέρους των βιομηχανικών τους προϊόντων στο εξωτερικό, όπως και από μια γενναία περιστολή του στρατού τους; Αντιμέτωπη με τόσο δυσβάστακτες συνθήκες, η Γερμανία φάνηκε έτοιμη να κάνει τη μεγάλη υπέρβαση: υπό την πίεση της επανάστασης του 1918, η παλαιά γερμανική αυτοκρατορία αναγκάστηκε να εναποθέσει το στέμμα της στα χέρια της δημοκρατίας και του πολυκομματισμού. Το σύνταγμα αυτής της πρωτόφαντης δημοκρατίας γεννήθηκε στη Βαϊμάρη, μια μικρή αλλά ιστορική πόλη της Θουριγγίας, που τίμησαν με τα ονόματά τους ο Γκαίτε, ο Σίλλερ και ο Χέρντερ και κόσμησαν με τη δράση τους, λίγο μετά τη σύνταξη του συντάγματος, ο ιδρυτής του Μπαουχάουζ Βάλτερ Γκρόπιους και οι εμπνευστές του εξπρεσιονισμού Βασίλι Καντίνσκι και Πάουλ Κλέε.
Η δημοκρατία είχε ένα λαμπρό ξεκίνημα στη Βαϊμάρη, αλλά γρήγορα άρχισε να μετατρέπεται σε δίκοπο μαχαίρι: όσο περισσότερο προσπαθούσε να διασφαλίσει την κυριαρχία της τόσο λιγότερο θωρακιζόταν απέναντι στους κινδύνους οι οποίοι προοιωνίζονταν τη διάλυσή της. Την αντιφατική και οδυνηρή αυτή ιστορία μιας δημοκρατίας σε κατάσταση συνεχούς διακινδύνευσης αφηγείται ο γερμανός ιστορικός Heinrich A. Winkler στο βιβλίο του "Βαϊμάρη, Η ανάπηρη δημοκρατία 1918-1933", που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Πόλις σε μετάφραση Άντζης Σαλταμπάση. Σοσιαλδημοκράτης εκ πεποιθήσεως (είναι μέλος του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος), ο Βίνκλερ δείχνει με ποιον τρόπο παγιδεύτηκαν η Σοσιαλδημοκρατία, που ήταν το πιο γνήσιο τέκνο της επανάστασης, αλλά και οι κεντρώες πολιτικές δυνάμεις, που επιδίωκαν έναν ανορθωτικό συνασπισμό μαζί της, σ' έναν φαύλο κύκλο συγκρούσεων μεταξύ Δεξιάς και Αριστεράς, ο οποίος είχε τη χειρότερη δυνατή κατάληξη: το λίκνο της δημοκρατίας δηλητηριάστηκε θανάσιμα από τον ανερχόμενο εθνικοσοσιαλισμό του Χίτλερ και των Ναζί και η Ευρώπη κυλίστηκε για άλλη μια φορά στο αίμα, τον όλεθρο και τον εξανδραποδισμό.
Ο Βίνκλερ μας αφήνει να εννοήσουμε πως η δραματική πτώση της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, θα είχε αποφευχθεί αν οι στυλοβάτες της είχαν φροντίσει να δημιουργήσουν τις ασφαλιστικές δικλείδες που δεν θα επέτρεπαν την κατάρρευσή της (αν, για παράδειγμα, δεν προέβλεπαν τόσες υπερεξουσίες για ένα πρόσωπο σε περίπτωση καθεστώτος εκτάκτου ανάγκης). Δεν το έκαναν: ίσως εξαιτίας των τεράστιων οικονομικών δυσχεριών και της διεθνούς εχθρότητας που αντιμετώπιζε την περίοδο της ισχύος τους η Γερμανία, ίσως, πάλι, εξαιτίας της αδυναμίας τους να κερδίσουν την ιδεολογική και την πολιτική τους ηγεμονία, ποδηγετώντας όσους βρίσκονταν στα αριστερά ή στα δεξιά τους.
Η ιστοριογραφία δεν είναι διδακτικός μύθος ούτε προσφέρει σωτήριες λύσεις για το παρόν. Συμβάλλει, όμως, στην ανάπτυξη της κριτικής γνώσης του παρελθόντος, αποκλείοντας την οποιαδήποτε μονοκόμματη αλήθεια. Κι αυτό είναι σημαντικό, όπως αποδεικνύει το βιβλίο του Βίνκλερ, για την αυτογνωσία όλων μας: Γερμανών, Ελλήνων και υπολοίπων Ευρωπαίων.

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου