Σε ηλικία 68 ετών πέθανε -από καρδιακή προσβολή- ανήμερα των Χριστουγέννων ο Αργύρης Χιόνης, ένας από τους σημαντικότερους ποιητές της γενιάς του
'70, στο Θροφαρί Κορινθίας όπου ζούσε τα τελευταία 20 χρόνια.
Ο Αργύρης Χιόνης γεννήθηκε τον Απρίλιο του 1943 στην Αθήνα, στα Σεπόλια, από γονείς νησιώτες, εσωτερικούς μετανάστες. Ολοκλήρωσε τις σπουδές του στο 2ο Νυχτερινό Γυμνάσιο Αθηνών. Σε ηλικία 14 ετών ξεκινάει να γράφει ποιήματα σε έμμετρο και ομοιοκατάληκτο στίχο, επηρεασμένος από τις μαντινάδες και τον «Ερωτόκριτο», που τραγουδούσε η Κρητικιά μητέρα του.
Πρώτη εμφάνισή του στα γράμματα ήταν τα ποιήματα που δημοσιεύονται το 1963 στο περιοδικό «Δωδέκατη Ώρα» και το 1964 στη «Νέα Εστία». Το 1966, σε ηλικία 23 ετών, εκδίδεται η πρώτη ποιητική συλλογή του «Απόπειρες φωτός», ενώ το 1967, λίγο μετά την εγκαθίδρυση της δικτατορίας, μεταβαίνει στο Παρίσι, όπου εργάζεται σκληρά και τα βράδια παρακολουθεί μαθήματα γαλλικών.
Στις αρχές του 1968, ποιήματά του μεταφράζονται και δημοσιεύονται σε λογοτεχνικά περιοδικά της Ολλανδίας, χώρα που γίνεται ο δεύτερος σταθμός του. Στο 'Αμστερνταμ θα ζήσει τα επόμενα οκτώμισι χρόνια, δουλεύοντας σκληρά και προσπαθώντας να μάθει τη γλώσσα, κόποι που στη συνέχεια του αναγνωρίζονται: Παίρνει υποτροφία από την Εταιρεία Συγγραφέων, γίνεται δεκτός σε λογοτεχνικούς κύκλους, δημοσιεύει σε περιοδικά, εκδίδονται δύο βιβλία του, βραβεύονται δύο θεατρικά έργα του, διορίζεται δάσκαλος ελληνικών στο Λαϊκό Πανεπιστήμιο και, με κρατική υποτροφία, εγγράφεται στη σχολή ιταλικής φιλολογίας του Πανεπιστημίου του 'Αμστερνταμ.
Επιστρέφει στην Ελλάδα το 1977 και για τα επόμενα πέντε χρόνια θα δουλέψει ως μεταφραστής, θα συγγράψει μια σειρά παιδικών εκπομπών για το ραδιόφωνο και θα εκπροσωπήσει τη χώρα μας στο ετήσιο Διεθνές Συγγραφικό Πρόγραμμα του Πανεπιστημίου της Αϊόβα, στις ΗΠΑ. Το 1982, έπειτα από διαγωνισμό, προσλαμβάνεται ως μεταφραστής στο Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και εγκαθίσταται στις Βρυξέλλες. Το 1992 παραιτείται και αποσύρεται στο Θροφαρί, ένα μικρό χωριό της ορεινής Κορινθίας, όπου ασχολείται με την ποίηση και τη γεωργία. Ήταν μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων.
Ο Αργύρης Χιόνης έλαβε το 2007 το βραβείο του περιοδικού «Διαβάζω» για το βιβλίο του «Όντα και μη όντα» (2006), ενώ το 2009 τιμήθηκε με το Κρατικό βραβείο διηγήματος (εξ ημισείας με τον Τόλη Νικηφόρου) για το βιβλίο του «Το οριζόντιο ύψος και άλλες αφύσικες ιστορίες» (2008). Ποιήματα και πεζογραφήματά του έχουν μεταφραστεί και δημοσιευτεί στα αγγλικά, γαλλικά, ιταλικά, γερμανικά, ολλανδικά, σερβοκροατικά και ρουμάνικα.
Τα ποιητικά βιβλία του αποτελούνται από τα «Σχήματα απουσίας» (εκδ. Αρίων, 1973), «Μεταμορφώσεις» (εκδ. Μπουκουμάνης, 1974), «Τύποι ήλων» (εκδ. Εγνατία-Τραμ, 1978), «Λεκτικά τοπία» (εκδ. Καστανιώτης, 1983), «Σαν τον τυφλό μπροστά στον καθρέφτη» (εκδ. Υάκινθος, 1986), «Εσωτικά τοπία» (εκδ. Νεφέλη, 1991), «Ο ακίνητος δρομέας» (εκδ. Νεφέλη, 1996), «Ιδεογράμματα» (εκδ. Τα τραμάκια, 1997), «Τότε που η σιωπή τραγούδησε» (εκδ. Νεφέλη, 2000), «Στο υπόγειο» (εκδ. Νεφέλη, 2004), «Ό,τι περιγράφω με περιγράφει» (εκδ. Γαβριηλίδης, 2010). Από τις εκδόσεις Νεφέλη κυκλοφόρησε το 2006 η συγκεντρωτική έκδοση των δέκα πρώτων ποιητικών του συλλογών, με τίτλο «Η φωνή της σιωπής: ποιήματα 1966-2000».
Υπήρξε επίσης μεταφραστής σημαντικών έργων, όπως «Τα Ποιήματα» του Οκτάβιο Πας (1981), «Όταν το ταβάνι κλαίει» του Ράσελ Έντσον (1986), «Περηφάνια και προκατάληψη» της Τζέιν Όστεν (1997), «Κατακόρυφη ποίηση» του Ρομπέρτο Γιάρος (1997) και «Με το αγκίστρι στην καρδιά: Μια επιλογή από το έργο του» του Ανρί Μισώ (2003).
Έγραψε, τέλος, αφηγήματα για μικρούς και μεγάλους, όπως «Ιστορίες μιας παλιάς εποχής που δεν ήρθε ακόμα» (εκδ. Αιγόκερως, 1981), «Ο αφανής θρίαμβος της ομορφιάς» (εκδ. Πατάκης, 1995), «Τρία μαγικά παραμύθια» (εκδ. Πατάκης, 1998), «Όντα και μη όντα» (εκδ. Γαβριηλίδης, 2006), «Το οριζόντιο ύψος και άλλες αφύσικες ιστορίες» (εκδ. Κίχλη, 2008), ενώ το έργο του «Έχων σώας τα φρένας κι άλλες τρελές ιστορίες» αναμένεται από τις εκδόσεις Κίχλη.
Η κηδεία του θα γίνει στο Θροφαρί της ορεινής Κορινθίας.
'70, στο Θροφαρί Κορινθίας όπου ζούσε τα τελευταία 20 χρόνια.
Ο Αργύρης Χιόνης γεννήθηκε τον Απρίλιο του 1943 στην Αθήνα, στα Σεπόλια, από γονείς νησιώτες, εσωτερικούς μετανάστες. Ολοκλήρωσε τις σπουδές του στο 2ο Νυχτερινό Γυμνάσιο Αθηνών. Σε ηλικία 14 ετών ξεκινάει να γράφει ποιήματα σε έμμετρο και ομοιοκατάληκτο στίχο, επηρεασμένος από τις μαντινάδες και τον «Ερωτόκριτο», που τραγουδούσε η Κρητικιά μητέρα του.
Πρώτη εμφάνισή του στα γράμματα ήταν τα ποιήματα που δημοσιεύονται το 1963 στο περιοδικό «Δωδέκατη Ώρα» και το 1964 στη «Νέα Εστία». Το 1966, σε ηλικία 23 ετών, εκδίδεται η πρώτη ποιητική συλλογή του «Απόπειρες φωτός», ενώ το 1967, λίγο μετά την εγκαθίδρυση της δικτατορίας, μεταβαίνει στο Παρίσι, όπου εργάζεται σκληρά και τα βράδια παρακολουθεί μαθήματα γαλλικών.
Στις αρχές του 1968, ποιήματά του μεταφράζονται και δημοσιεύονται σε λογοτεχνικά περιοδικά της Ολλανδίας, χώρα που γίνεται ο δεύτερος σταθμός του. Στο 'Αμστερνταμ θα ζήσει τα επόμενα οκτώμισι χρόνια, δουλεύοντας σκληρά και προσπαθώντας να μάθει τη γλώσσα, κόποι που στη συνέχεια του αναγνωρίζονται: Παίρνει υποτροφία από την Εταιρεία Συγγραφέων, γίνεται δεκτός σε λογοτεχνικούς κύκλους, δημοσιεύει σε περιοδικά, εκδίδονται δύο βιβλία του, βραβεύονται δύο θεατρικά έργα του, διορίζεται δάσκαλος ελληνικών στο Λαϊκό Πανεπιστήμιο και, με κρατική υποτροφία, εγγράφεται στη σχολή ιταλικής φιλολογίας του Πανεπιστημίου του 'Αμστερνταμ.
Επιστρέφει στην Ελλάδα το 1977 και για τα επόμενα πέντε χρόνια θα δουλέψει ως μεταφραστής, θα συγγράψει μια σειρά παιδικών εκπομπών για το ραδιόφωνο και θα εκπροσωπήσει τη χώρα μας στο ετήσιο Διεθνές Συγγραφικό Πρόγραμμα του Πανεπιστημίου της Αϊόβα, στις ΗΠΑ. Το 1982, έπειτα από διαγωνισμό, προσλαμβάνεται ως μεταφραστής στο Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και εγκαθίσταται στις Βρυξέλλες. Το 1992 παραιτείται και αποσύρεται στο Θροφαρί, ένα μικρό χωριό της ορεινής Κορινθίας, όπου ασχολείται με την ποίηση και τη γεωργία. Ήταν μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων.
Ο Αργύρης Χιόνης έλαβε το 2007 το βραβείο του περιοδικού «Διαβάζω» για το βιβλίο του «Όντα και μη όντα» (2006), ενώ το 2009 τιμήθηκε με το Κρατικό βραβείο διηγήματος (εξ ημισείας με τον Τόλη Νικηφόρου) για το βιβλίο του «Το οριζόντιο ύψος και άλλες αφύσικες ιστορίες» (2008). Ποιήματα και πεζογραφήματά του έχουν μεταφραστεί και δημοσιευτεί στα αγγλικά, γαλλικά, ιταλικά, γερμανικά, ολλανδικά, σερβοκροατικά και ρουμάνικα.
Τα ποιητικά βιβλία του αποτελούνται από τα «Σχήματα απουσίας» (εκδ. Αρίων, 1973), «Μεταμορφώσεις» (εκδ. Μπουκουμάνης, 1974), «Τύποι ήλων» (εκδ. Εγνατία-Τραμ, 1978), «Λεκτικά τοπία» (εκδ. Καστανιώτης, 1983), «Σαν τον τυφλό μπροστά στον καθρέφτη» (εκδ. Υάκινθος, 1986), «Εσωτικά τοπία» (εκδ. Νεφέλη, 1991), «Ο ακίνητος δρομέας» (εκδ. Νεφέλη, 1996), «Ιδεογράμματα» (εκδ. Τα τραμάκια, 1997), «Τότε που η σιωπή τραγούδησε» (εκδ. Νεφέλη, 2000), «Στο υπόγειο» (εκδ. Νεφέλη, 2004), «Ό,τι περιγράφω με περιγράφει» (εκδ. Γαβριηλίδης, 2010). Από τις εκδόσεις Νεφέλη κυκλοφόρησε το 2006 η συγκεντρωτική έκδοση των δέκα πρώτων ποιητικών του συλλογών, με τίτλο «Η φωνή της σιωπής: ποιήματα 1966-2000».
Υπήρξε επίσης μεταφραστής σημαντικών έργων, όπως «Τα Ποιήματα» του Οκτάβιο Πας (1981), «Όταν το ταβάνι κλαίει» του Ράσελ Έντσον (1986), «Περηφάνια και προκατάληψη» της Τζέιν Όστεν (1997), «Κατακόρυφη ποίηση» του Ρομπέρτο Γιάρος (1997) και «Με το αγκίστρι στην καρδιά: Μια επιλογή από το έργο του» του Ανρί Μισώ (2003).
Έγραψε, τέλος, αφηγήματα για μικρούς και μεγάλους, όπως «Ιστορίες μιας παλιάς εποχής που δεν ήρθε ακόμα» (εκδ. Αιγόκερως, 1981), «Ο αφανής θρίαμβος της ομορφιάς» (εκδ. Πατάκης, 1995), «Τρία μαγικά παραμύθια» (εκδ. Πατάκης, 1998), «Όντα και μη όντα» (εκδ. Γαβριηλίδης, 2006), «Το οριζόντιο ύψος και άλλες αφύσικες ιστορίες» (εκδ. Κίχλη, 2008), ενώ το έργο του «Έχων σώας τα φρένας κι άλλες τρελές ιστορίες» αναμένεται από τις εκδόσεις Κίχλη.
Η κηδεία του θα γίνει στο Θροφαρί της ορεινής Κορινθίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου